Κυριακή 29 Ιουνίου 2008

Σταματά το τραγούδι και κλαίει. "Τι λέει το τραγούδι σου; " τον ρωτάει ένας διερχόμενος Ρώσος. "Λέει για ένα πουλί. Δεν ξέρω πώς το λέτε στα ρωσικά...


Valery Briusov


Μιλώντας για τα τρωτά της ποιητικής μετάφρασης ο γνωστός φιλόλογος Α. Ποτεμπνιά χρησιμοποιούσε ένα παράδειγμα, αντλημένο από τις καταγραφές του περίφημου λαογράφου Β. Νταλ:

«Ενας Ελληνας κάθεται στην ακροθαλασσιά και σιγοτραγουδάει. Ξαφνικά τα μάτια του δακρύζουν. Σταματά το τραγούδι και κλαίει. "Τι λέει το τραγούδι σου; " τον ρωτάει ένας διερχόμενος Ρώσος. "Λέει για ένα πουλί. Δεν ξέρω πώς το λέτε στα ρωσικά. Κάθεται ψηλά στο βουνό. Κάθεται εκεί πάνω κάμποση ώρα, έπειτα τινάζει τα φτερά του και φεύγει, πετάει πάνω από το δάσος και πάει πέρα... Αυτό όλο κι όλο ­ στα ρωσικά μπορεί να μη σημαίνει τίποτα, στα ελληνικά σε κάνει και κλαις".»

Στο πνεύμα του Ποτεμπνιά το ανέφικτο της μεταφοράς της ποιητικής δημιουργίας σε μια άλλη γλώσσα δε δίσταζε να ομολογεί και ο Βαλέρι Μπριούσοφ, αρχηγός του ρωσικού συμβολισμού, ποιητής, κριτικός, μεταφραστής με καθοριστική συμβολή στην πορεία της ρωσικής ποίησης, καθώς και στη διαμόρφωση της πρακτικής και της θεωρίας της μετάφρασης στη Ρωσία των αρχών του 20ού αιώνα. Ήταν εποχή μεγάλης μεταφραστικής έξαρσης με άμεση εισαγωγή και αφομοίωση στα ρωσικά λογοτεχνικά δρώμενα της νεωτερικής προσφοράς της Δύσης. Και, παράλληλα με την αρνητική ομολογία που μόλις αναφέραμε, η επιθυμία για οικειοποίηση του «ξένου θησαυρού», για την καλλιτεχνική του ανάπλαση με τα εκφραστικά μέσα μιας άλλης γλώσσας προβάλλεται από τον Μπριούσοφ σαν αστείρευτη κινητήρια δύναμη στο χώρο της λογοτεχνίας.

Η μεθοδολογική αναζήτηση που αποκτούσε διαστάσεις έκτακτης ανάγκης έθετε, όπως πάντα, ως κυριότερο πρόβλημα το δίλημμα: απόλυτη ακρίβεια ή ελεύθερη «δημιουργική» απόδοση; Οι πρακτικές και θεωρητικές λύσεις που έδινε ο Μπριούσοφ ήταν κάθε άλλο παρά μονοσήμαντες και γνώρισαν εντυπωσιακή εξέλιξη. Στο ξεκίνημά του, στις αρχές της δεκαετίας του 1890, όταν ήταν φανατικά δοσμένος στην ανίχνευση νέων θεματικών και εκφραστικών οριζόντων, αντιμετώπιζε την ξένη ποίηση που μετέφραζε ως πολύτιμη πρώτη ύλη, πηγή εξεύρεσης καινούργιων ποιητικών μορφών, τρόπων και ρυθμών. Τα στοιχεία που επιθυμούσε να μεταφυτέψει στη ρωσική ποίηση τα απέδιδε με απόλυτη ακρίβεια, ενώ τα υπόλοιπα τα χειριζόταν με μεγάλη ελευθερία. Η πρακτική αυτή ήταν άλλωστε πολύ διαδομένη και σε άλλους ρώσους ποιητές που κινήθηκαν με παράλληλους στόχους (Αννένσκι, Μπαλμόντ, Βολόσιν).

...

Στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα η γραφή του Μπριούσοφ κατασταλάζει. Διαφοροποιείται και η στάση του απέναντι στη μετάφραση. Οπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Μ. Γκασπάροφ, κλασικός φιλόλογος και σημαντικός μελετητής της ρωσικής ποιητικής, οι πειραματικές διαθέσεις εκτοπίζονται από τις προθέσεις του «συλλέκτη και διαφωτιστή». Εμπρακτη απόδειξη η συλλογή «Γάλλοι λυρικοί του 19ου αιώνα» (1909, 1913), μια πλούσια και άρτια ανθολογία, εφοδιασμένη με πολύ κατατοπιστικά βιογραφικά και βιβλιογραφικά σημειώματα. Αξίζει να μνημονεύσουμε εδώ τη μόνιμη άλλωστε συμπόρευση της κριτικής και της μεταφραστικής του δουλειάς με την επιδίωξη μιας πολυδιάστατης παρουσίασης του φαινομένου που επιλέγει.

Το ώριμο καταστάλαγμα ωθεί τον Μπριούσοφ και στη θεωρητική αποσαφήνιση των θέσεών του για την ποιητική μετάφραση. Ανάμεσα στα πιο σημαντικά δοκίμια που δημοσιεύει στο συμβολιστικό περιοδικό Ζυγός είναι οι «Βιολέτες στη χοάνη» που αξιολογήθηκε ως μεταφραστικό μανιφέστο του. Η πρακτική που είχε ακολουθήσει ως τότε δεν καταργείται, αλλά αποκτά πιο ισορροπημένη και ζυγισμένη μορφή ενός τεκμηριωμένου κανόνα. Απέναντι στο δίλημμα «ακρίβεια ή ελευθερία;» κρατά ενδιάμεση θέση. Η σχολαστική προσήλωση στην κυριολεξία, στο γράμμα του πρωτοτύπου με σημαντικές απώλειες στην αναπαράσταση του ψυχολογικού, συγκινησιακού κλίματος και της συνυφασμένης μ' αυτό υφολογίας αποτιμάται ως προδοσία. Πάσχει, κατά τη γνώμη του, από το σοβαρό ελάττωμα των πορτρέτων που διαφυλάττουν πιστά τα χαρακτηριστικά του προσώπου, δεν είναι όμως σε θέση να συλλάβουν την έκφραση.

Ανοίγοντας το δοκίμιό του με την περικοπή από τον Σέλεϊ «το να επιδιώκει κανείς τη μεταφορά ενός ποιητή σε άλλη γλώσσα είναι το ίδιο σα να ρίχνουμε στη χοάνη μια βιολέτα προκειμένου να αποκαλύψουμε τη βασική αρχή των χρωμάτων και του αρώματός της. Το φυτό πρέπει να ξαναβγεί από το σπόρο του, αλλιώς δε θα δώσει ανθό...», ο Μπριούσοφ αποδέχεται το κύριο νόημά της ­ τη θέση για την καλλιτεχνική αναδημιουργία του μεταφραζόμενου ποιητικού έργου. Τη χοάνη όμως δεν την απορρίπτει: «Να διαλύσουμε τη βιολέτα στα συστατικά της στοιχεία μέσα στη χοάνη και έπειτα να την ξαναπλάσουμε απ' αυτά τα ίδια στοιχεία ­ ο στόχος όσων μεταφράζουν ποιήματα».

* Σόνια Ιλίνσκαγια, Μιχαήλ Λυκιαρδόπουλος, «Ενας Ελληνας στο χώρο του ρωσικού συμβολισμού», Εκδόσεις Κέδρος, 1989, σσ. 37-40.

Η κυρία Σόνια Ιλίνσκαγια - Αλεξανδροπούλου είναι καθηγήτρια της Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

Αποσπάσματα από το σχετικό άρθρο στο: Το ΒΗΜΑ, 16/08/1998 , Σελ.: B04





J.Baltrusaitis, M.Semenov, V.Briusov, Poliakov
Mέλη του Εκδοτικού Οίκου Σκορπιός




Ενδιαφέροντα άρθρα για το ζήτημα της Μετάφρασης εδώ

Σάββατο 28 Ιουνίου 2008

Και... του χρόνου με υγεία...του έχοντος πίστην διασυνοριακήν του κατέχοντος λύραν ποντιακήν του φυλάγοντος πένναν σημαντικήν...


Και…
του χρόνου με υγεία


του έχοντος πίστην διασυνοριακήν
του κατέχοντος λύραν ποντιακήν
του φυλάγοντος πένναν σημαντικήν
του αντέχοντος την δόξαν και την
[λόξαν του γείτονα
του καθηγητή που ενσωματώθηκε άρδην
στα βάθη της φιλοσοφίας του Ταϋγέτου
του ληστή με τις γλαδιόλες
του κυνηγού παράνομων κυνηγών
του κρίνου της Παναγιάς
του κατακρίνοντος τους κρίνους
αλλά σεβόμενου την Παναγία
του αργόστροφου βοηθού του Πιτυοκάμπτη
του θερινού κινηματογράφου Ορφέα
στους εξώστες των παιδικών
[αναμνήσεων
του αδικοσφαγμένου βασιλιά της
[Θράκης Ρήσου
του Στράτου του κουμπάρου του Θωμά
του πουλιού το γάλα σε ειδική συσκευασία
για φανταστικούς φραπέδες!
του άσπονδου εχθρού ημίθεων και θνητών
του χρόνου που άχρονος κι αθάνατος
[επικρατεί επί
του επικίνδυνου δηλητηριώδους βέλους,
του ανήμπορου στην ερημιά Φιλοκτήτιου
[μέλους,
του προβλεπτού ή απρόσμενου
[στη ζωή του ποιήματος
αλλά και του ποιήματος της ζωής τέλους.

Γιώργος Κασαπίδης

Ο Γιώργος Κασαπίδης γεννήθηκε το 1961 στη Δράμα, όπου και κατοικεί μόνιμα. Η ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία και τη φωτογραφία ξεπερνά ήδη την εικοσιπενταετία. Ποιήματα, πεζά κείμενα και φωτογραφίες του έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες. Το 1999 κυκλοφόρησε τη συλλογή διηγημάτων με τίτλο "Σ εκείνο το σημείο", στις εκδόσεις "Παρατηρητής", και το 2005 την ποιητική συλλογή "Αντίπερα", στη σειρά "Λάλον Ύδωρ" των εκδόσεων "Τυπωθήτω" (σύμβουλος σειράς: Νάσος Βαγενάς). Στο χώρο της φωτογραφίας έχει πραγματοποιήσει οκτώ ατομικές εκθέσεις, καθώς και τις εκδόσεις "Εντός των ορίων" από την "Camera Obscura" (2003) και "Των ασήμαντων δρόμων" από τη Δ.Ε.Κ.ΠΟ.Τ.Α. Δράμας (2004).


Πηγή ποιήματος: δέλετρον, περιοδική πειραματική έκδοση
ομάδας νέων καλλιτεχνών

Παρασκευή 27 Ιουνίου 2008

Προς τι καλόν, τι όφελος ηθέλησεν η τύχη, κ' εν τη αδυναμία μου επλάσθην ποιητής; Μάταιοι είν' οι λόγοι μου· της λύρας μου οι ήχοι...



Rodin, Ο Ποιητής και η Μούσα


Ο Ποιητής και η Μούσα



Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

Προς τι καλόν, τι όφελος ηθέλησεν η τύχη,
κ' εν τη αδυναμία μου επλάσθην ποιητής;
Μάταιοι είν' οι λόγοι μου· της λύρας μου οι ήχοι
αυτοί οι μουσικότεροι δεν είναι αληθείς.

Εάν θελήσω ευγενές αίσθημα να υμνήσω,
όνειρα είν', αισθάνομαι, η δόξα κ' η αρετή.
Παντού απογοήτευσιν ευρίσκ' όπου ατενίσω,
κ' επί ακάνθων πανταχού ο πους μου ολισθεί.

Η γη 'ναι σφαίρα σκοτεινή, ψυχρά τε και δολία.
Τα άσματά μου πλανερά του κόσμου είν' εικών.
Έρωτα ψάλλω και χαράν. Αθλία παρωδία,
αθλία λύρα, έρμαιον παντοίων απατών!

Η ΜΟΥΣΑ

Δεν είσαι ψεύτης, ποιητά. Ο κόσμος τον οποίον
οράς εστίν ο αληθής. Της λύρας αι χορδαί
μόναι γνωρίζουν τ' αληθές, και εις αυτόν τον βίον
οι ασφαλείς μας οδηγοί μόναι εισίν αυταί.

Του θείου είσαι λειτουργός. Σοι έδωκε τον κλήρον
του κάλλους και του έαρος. Μελίρρυτος αυδή
ρέει από τα χείλη σου, και θησαυρείον μύρων
είσαι - χρυσή υπόσχεσις και άνωθεν φωνή.

Εάν η γη καλύπτεται με σκότος, μη φοβείσαι.
Μη ό,τι είναι έρεβος νόμιζε διαρκές.
Φίλε, πλησίον ηδονών, ανθών, κοιλάδων είσαι·
θάρρει, και βάδισον εμπρός. Ιδού το λυκαυγές!

Ομίχλη μόνον ελαφρά το βλέμμα σου τρομάζει.
Υπό τον πέπλον ευμενής η φύσις διά σε
ρόδων, και ίων, κ' ευγενών ναρκίσσων ετοιμάζει
στεφάνους, των ασμάτων σου ευώδεις αμοιβαί.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης


ΟΤΑΝ ΔΙΕΓΕΙΡΟΝΤΑΙ

Προσπάθησε να τα φυλάξεις, ποιητή,
όσο κι αν είναι λίγα αυτά που σταματιούνται.
Του ερωτισμού σου τα οράματα.
Βάλ' τα, μισοκρυμμένα, μες στες φράσεις σου.
Προσπάθησε να τα κρατήσεις, ποιητή,
όταν διεγείρονται μες στο μυαλό σου,
την νύχτα ή μες στην λάμψη του μεσημεριού.

Κ. Π. Καβάφης.

Λόγος και Σιγή
Αζά καν ελκαλάμ μιν φάντα, ασσουκούτ μιν ζαχάμπ.
ΑΡΑΒΙΚΗ ΠΑΡΟΙΜΙΑ

«Είναι χρυσός η σιωπή και άργυρος ο λόγος.»

Τις βέβηλος προέφερε τοιαύτην βλασφημίαν;
τις χαυνωθείς Ασιανός παραιτηθείς εις μοίραν
τυφλήν, βωβήν, τυφλός, βωβός; Ποίος οικτρός παράφρων
ξένος τη ανθρωπότητι, την αρετήν υβρίζων,
χίμαιραν είπε την ψυχήν, και άργυρον τον λόγον;
Το μόνον μας θεοπρεπές δώρημα, περιέχον
τα πάντα - ενθουσιασμόν, λύπην, χαράν, αγάπην·
εν τη ζωώδει φύσει μας ανθρώπινον το μόνον!
Συ όστις τον αποκαλείς άργυρον, δεν πιστεύεις
το μέλλον, λύον την σιγήν, μυστηριώδες ρήμα.
Συ εν σοφία δεν τρυφείς, πρόοδος δεν σε θέλγει·
με την αμάθειαν - χρυσήν σιγήν - ευχαριστείσαι.
Νοσείς. Είν' η αναίσθητος σιγή βαρεία νόσος,
ενώ ο Λόγος ο θερμός, ο συμπαθής, υγεία.
Σκιά και νυξ είν' η Σιγή· ο Λόγος, η ημέρα.
Ο Λόγος είν' αλήθεια, ζωή, αθανασία.
Λαλήσωμεν, λαλήσωμεν - σιγή δεν μας αρμόζει
αφού εις το ομοίωμα επλάσθημεν του Λόγου.
Λαλήσωμεν λαλήσωμεν - αφού λαλεί εντός μας
η θεία σκέψις, της ψυχής άυλος ομιλία.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

Το Καλαμάρι



Του ποιητού ιερό, τίμιο καλαμάρι,
που από μέσα σου ένας κόσμος βγαίνει,
κάθε μορφή κοντά σ' εσένα σαν πηγαίνει,
γυρίζει με μια κάποια νέα χάρι.
Πού ηύρε η μελάνη σου τα μυθικά
τα πλούτη! Κάθε κόμπος της, εις το χαρτί σαν στάζει,
ένα διαμάντι περισσότερο μας βάζει
μέσα στης φαντασίας τα διαμαντικά.

Τα λόγια ποιος σε δίδαξε οπού στην μέση
ρίχνεις του κόσμου, και μας ενθουσιάζουν·
και των παιδιών μας τα παιδιά θα τα διαβάζουν
με την ιδία συγκίνησι και ζέσι.

Αυτά τα λόγια πού τα βρήκες που στ' αυτιά μας
ενώ ηχούν σαν πρωτοακουσμένα,
όμως δεν φαίνονται και όλως διόλου ξένα -
σ' άλλη ζωή θα τάξερε η καρδιά μας.

Η πέννα όπου βρέχεις, ωσάν δείκτης μοιάζει
που στο ρολόγι της ψυχής γυρίζει.
Των αισθημάτων τα λεπτά μετρά κι' ορίζει,
ταις ώραις της ψυχής μετρά κι' αλλάζει.

Του ποιητού ιερό, τίμιο καλαμάρι,
που απ' την μελάνη σου ένας κόσμος βγαίνει -
μ' έρχεται τώρα εις το νου πόσος θα μένη
κόσμος χαμένος μέσα σου, σαν πάρη
τον ποιητή μια νύκτα ο ύπνος ο βαθύς.
Τα λόγια θάναι πάντα εκεί· αλλά ποιο ξένο χέρι
θα ημπορέση να τα βρη να μας τα φέρη!
Εσύ, πιστό στον ποιητή, θα τ' αρνηθής.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης



Πηγή: cavafis.compupress

Εταιρεία Λογοτεχνών και Συγγραφέων Ηπείρου (ΕΛΣΗ): Διαγωνισμός Ποίησης


Η Εταιρεία Λογοτεχνών και Συγγραφέων Ηπείρου (ΕΛΣΗ) προκηρύσσει Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης με θέμα: "Δωδωναία Δρυς – Η Φθεγγομένη Φυγός". Στο Διαγωνισμό συμμετέχουν Έλληνες, ομογενείς και κάτοικοι αλλοδαπής, καθώς και Έλληνες φοιτητές, μαθητές λυκείου (οι οποίοι πρέπει απαραιτήτως να δηλώνουν την ιδιότητα τους), με ένα δακτυλογραφημένο ποίημα, σε 5 αντίτυπα, έως 30 στίχους, χωρίς ψευδώνυμο. Αποστολή έως και 30 Ιουνίου 2008 στην διεύθυνση: Σπύρο Εργολάβο Αντιπρόεδρο Ε.Λ.Σ.Η., Γούναρη 7 Ιωάννινα, ΤΚ 45444.
Στους νικητές θα απονεμηθούν 3 Χρηματικά Βραβεία (500, 300 και 200 ευρώ για το Α΄το Β' και το Γ' βραβείο αντίστοιχα) κι 7 έπαινοι εκ των οποίων οι 5 σε μαθητές λυκείου, σε δημόσια εκδήλωση στο Νησί των Ιωαννίνων, στις 24 Αυγούστου 2008. Χορηγοί Τράπεζα Ηπείρου/ Συνεταιριστική Τράπεζα Ιωαννίνων (τηλ. 26510 38882).

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2008

Έτσι απλά. Μέσα από αέναες συγκρούσεις, συγκρούσεις, τριβές. Αρμονικά. Μες' στην καθήλωση και στα ατέρμονα ταξίδια των ποιητών και του μυαλού μας.


ΡΟΖ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙ


Άλλοτε, θα ζητούσα καταφύγιο σε ιλουστρασιόν λαμπερά όνειρα, ελπίδες, επίπλαστες απώλειες. Έτσι απλά, για να προβάλλω μια αξιόπιστη δικαιολογία. Γατί η ανάγκη της επιβίωσης, της αποδοχής, η δύναμη που χαρίζει η αδυναμία της αδράνειας και του εύκολου συμβιβασμού, λειτουργούν σαν συνειδητή ισοπέδωση πάνω σε όλα τα νεκρά και ζωντανά μου κύτταρα.

Όχι τώρα όμως. Όχι πια. Κι αν σου αφήνομαι μερικές φορές, το κάνω για να ανασυντάξω δυνάμεις μου. να αντισταθώ. Και, ναι το παραδέχομαι. Κλείνομαι ερμητικά στον εαυτό μου, όπως κάνουν τα στρείδια καθώς επωάζουν ή προσπαθούν να διαφυλάξουν το πολύτιμο απόσταγμα της οδύνης τους. Το ροζ μαργαριτάρι.

Βρίσκομαι άραγε ξανά στους σκοτεινούς διαδρόμους της θλίψης ή έχει νυχτώσει ξανά στον Κήπο της βιβλικής Γεσθημανής; Νιώθω να αιωρούμαι, ψηλώνω, το κεφάλι μου αγγίζει την οροφή του δωματίου. Απύθμενα τα νερά. Τα κενά. Αλλά εγώ ξέρω ότι αιωρούμαι δίχως ανωνυμίες. Έστω κι αν δεν σε άκουσα ποτέ να προφέρεις το όνομά μου.

Με συνάντησες άραγε κάποτε; Θέλησες, μπόρεσες να με ξεχωρίσεις; Να κρατήσεις μια παρελθούσα αλλά πραγματική εικόνα μου; Ακούσαμε ο ένας τον σφυγμό του άλλου; Ίσως είναι 'προτιμότερο' να μείνουν αναπάντητα όλα τούτα τα ερωτηματικά.

Τώρα, μαζεύω το έρμα -τα ίχνη που θέλω ν' αφήσω πίσω μου, ως άλλος τολμηρός, παραμυθένιος Κοντορεβιθούλης. Για να μη χαθώ στα ασυνείδητα δάση του μυαλού, της ψυχής, της ύπαρξής μου. Για να γυρίσω στον ακέραιο πια εαυτό μου. Στην αυτογνωσία. Ενώ το Είναι μου ολόκληρο ψιθυρίζει τους όρκους του «ιδανικού και ανάξιου εραστή».

Βλέπεις, ήξερα, το γνώριζα από μνήμες μακρινές, αρχέγονες, μελλοντικές, ότι η απεραντοσύνη των οριζόντων, οφείλει να συνυπάρχει με τον ανυποχώρητο και κλειστοφοβικό αγώνα του ροζ μαργαριταριού.

Έτσι απλά. Μέσα από αέναες συγκρούσεις, συγκρούσεις, τριβές. Αρμονικά. Μες' στην καθήλωση και στα ατέρμονα ταξίδια των ποιητών και του μυαλού μας.

Χρυσούλα Βακιρτζή



Αέναη ζωή.


Αντίο θλίψη
θλίψη καλημέρα
Είσαι γραμμένη στις γραμμές του ταβανιού
Είσαι γραμμένη στα μάτια που αγαπώ
Δεν είσαι ολωσδιόλου η δυστυχία
Γιατί και τα φτωχότερα χείλη σε προδίδουν.
Μ' ένα χαμόγελο.

Πωλ Ελυάρ.

Τρίτη 24 Ιουνίου 2008

Το να τηρείς αποστάσεις, να προστατεύεσαι, είναι ζωή. Το να πέφτεις συνεχώς στις ίδιες παγίδες, είναι τέχνη...


Ο Θανάσης είναι για μένα ο πολύ μεγάλος Ποιητής του μέλλοντος! Έχει τον συνδυασμό που σκοτώνει! Ντουέντε, ήθος, χιούμορ, αισθήματα, ψυχή και γράφει εκεί που πρέπει, αυτά που πρέπει. Το πιο ανατρεπτικό μποέμ τυπάκι της σύγχρονης ελληνικής Ποίησης! Αθανάσιος Κούρτης! Όνομα που θα το συναντήσουμε πολλές φορές και θα αγαπηθεί πολύ. Όσο πιο γρήγορα τον ανακαλύψει το ποιητικό και εκδοτικό κατεστημένο, τόσο πιο κερδισμένο θα βγει. Για τον ίδιο, δεν ξέρω. :) Κι αν τα γράφω αυτά, τα γράφω για τους αναγνώστες της ποίησης. Αυτούς που την αγαπούν αληθινά. Είμαι σίγουρη πως θα απολαύσουν την επαφή με την ποίηση του Θανάση. Ενός παιδιού, σεμνού, εκλεκτού, από την Καβάλα, που είναι μακριά και έξω από κάθε κύκλωμα ή ομάδα σεμνή και ταπεινή ή ξιπασμένη και κατεστημένη. Ένας ελεύθερος άνθρωπος, μια ανεξάρτητη πένα, μια γραφή όπως την ονειρεύεται ο ρομαντικός μλκς εραστής της ποίησης.
Και σπάνια πέφτω έξω. Εξ' ενστίκτου και οσφρήσεως κρητικής και ουχί κριτικής, διότι δεν διεκδικώ κανέναν τίτλο και κανέναν ρόλο, εκτός αυτόν του φανατικού αναγνώστη της ποίησης. Για να μην ανατριχιάζουν οι σεμνοί ποιητές...

Ότι απομένει από μια σπασμένη φλέβα ευτυχίας…

Την άνοιξη -τού 'λεγε- οι σιωπές πρασινίζουν, τα λόγια πετάνε ανθούς∙ όμως εκείνος αγαπούσε άλλες εποχές. «Έρωτας είναι αυτό που προσπαθείς –έλεγε με τη σειρά του- και όχι αυτό που υπάρχει.» Μια στιγμή ησυχίας, μάγουλο με μάγουλο, ανάσα με ανάσα – το μυαλό του πήγαινε στο μπαμπάκι στη μύτη του νεκρού. Έπεφτε ένα παραβάν ανάμεσά τους. Στο κρεμαστάρι που υπήρχε στη μεριά της, εκείνη άφηνε τα ρούχα της. Στο τσιγκελάκι της μεριάς του εκείνος άφηνε κομμάτια σάρκας. «Δις Τζούλιαν, οι πρώτοι έσονται έσχατοι» ήθελε να της πει. «Δεν θα καταλάβει» σκέφτηκε μετά. Τελικά της το ‘πε. Κι ας ήξερε…

«…Το να τηρείς αποστάσεις, να προστατεύεσαι, είναι ζωή.
Το να πέφτεις συνεχώς στις ίδιες παγίδες, είναι τέχνη...
-σημείωνε στο ημερολόγιό του.-
Κι επιλογές, δεν υπάρχουν. Κάποιες μικρές παρεκκλίσεις απλά επιβεβαιώνουν τον προσωπικό σου κανόνα. Είσαι, εκ φύσεως με τό ‘να ή με τ’ άλλο.»


Ρήματα μορς

Έξω απ’ την ύλη δεν υπάρχει φόβος, μου λέει. Το ΄χα δει στα μάτια ενός Ιρακινού ποιητή που περπατούσε αμέριμνος στην αγορά ενώ γύρω χαλούσε ο κόσμος. Το βράδυ στο υπόγειο καταφύγιο, τον πλησίασα «Καλά, δε φοβάσαι τίποτα; Ντιπ;» -«Με τόσους προσωπικούς, προαιώνιους φόβους, σιγά μην κρύβομαι κι από τις σφαίρες» μου λέει.
…Εμείς εδώ στην Ελλάδα, γράφαμε στον συνηθισμένο τόνο της αποξένωσης, απευθυνόμενοι στη μοναξιά του άλλου με ρήματα μορς. Κάθε νύχτα σινιάλα… ρήματα μορς… Επιδιώκοντας μια επιβεβαίωση της αυταρέσκειάς μας, για να την κρύψουμε έπειτα βιαστικά στο δήθεν της «συνείδησής μας», που μας επιβάλλει να λέμε τρεις φορές την ημέρα (με γεμάτο, κατά προτίμηση, στομάχι και αραιωμένο σ’ ένα κουταλάκι του γλυκού) το «ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης…»
«…Η ποίηση είναι η συντροφικότητα που φθονούμε» μού ‘χε γράψει ο Ιρακινός στην τελευταία μας αλληλογραφία.
Του απάντησα μ’ εκείνο το «Ποιητής είσαι μόνο για όση ώρα γράφεις το ποίημα» του Δήμου και συμπλήρωνα: «…οι υπόλοιπες ώρες σου είναι θέμα παιδείας∙ όχι αυτής των βιβλίων... αυτής των εικόνων μάλλον.»
…Αυτό το τελευταίο μου γράμμα δεν τό ‘λαβε ποτέ. Μου ήρθε ειδοποιητήριο επιστροφής. Δεν πήγα να το πάρω. Έμαθα πως σκοτώθηκε από μια σφαίρα στο στήθος σε κάποια συνηθισμένη βόλτα του στην αγορά∙ δίχως φόβο για το μολύβι που χυνόταν τριγύρω. Μα έτσι, και νεκρός ακόμα, είχε ένα δικό του φόβο μέσα στα μάτια που θα μπορούσες κάλλιστα να τον ξανασκοτώσεις…

(ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ) ΠΟΛΕΜΙΚΟΣ (ΕΞ ΙΣΟΥ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ) ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΗΣ


Αθανάσιος Κούρτης
blog-epitagon

Anton Chekhov: Η τέχνη της γραφής... διότι και στη λογοτεχνία παρεισφρέουν απατεώνες, αλλά, ό,τι και να πείτε...


Anton Chekhov, 1860-1904
Πορτραίτο του Τσέχοφ, του ζωγράφου αδερφού του Nicholas, 1883

Η αστυνομία της λογοτεχνίας

Δεν υπάρχει αστυνομία που θα θεωρούσε εαυτήν αρμόδια για θέματα λογοτεχνίας. Συμφωνώ ότι η χαλιναγώγηση και το ραβδί είναι αναγκαία, διότι και στη λογοτεχνία παρεισφρέουν απατεώνες, αλλά, ό,τι και να πείτε, καλύτερη αστυνομία από την κριτική και την καθαρή συνείδηση των συγγραφέων δε θα βρείτε.

Προς Μ. Β. Κισελιέβα
Μόσχα, 14 Ιανουαρίου 1887

Η τέχνη της γραφής, σελ.67
Ανθολόγηση: Piero Brunello
Μετάφραση: Βασίλης Ντινόπουλος
Εκδόσεις Πατάκη, 2007

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2008

Raymond Queneau: ο μοναδικός ποιητής που έχει καταφέρει να γράψει εκατό τρισεκατομμύρια ποιήματα («Cent Mille Milliards de Poèmes», 1961) Φοβερός;



ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

Ax θεούλη μου, τι ωραία που θα 'ταν να 'γραφα ένα ποιηματάκι

Μπα! Να ένα που περνάει τώρα δα από μπροστά μου
Ψιτ ψιτ ψιτ
'Ελα εδώ χρυσό μου να σε εμπλέξω
Στο ίδιο περιδέραιο με τ' άλλα μου ποιήματα
Έλα εδώ να σε εμπήξω
Στο οικοδόμημα των Απάντων μου
'Ελα εδώ να σε εμπαταδώσω
Και να σε ενομοιοκαταλήξω
Και να σε ερρυθμολογήσω
Και να σε ελλυρικοποιήσω
Και να σε εμπηγασεύσω
Και να σε ενστιχώσω
Και να σε εμπεζολογήσω

Να πάρει η ευχή
Την κοπάνησε

Raymond Queneau
μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης
(γενν. 1946)

Ο Raymond Queneau, Χάβρη, 21 Φεβρουαρίου 1903- 25 Οκτωβρίου 1976, ήταν Γάλλος συγγραφέας, ποιητής, στιχουργός, μεταφραστής και μαθηματικός. Πολυσχιδής προσωπικότητα, με αίσθηση του χιούμορ και φαντασία, ανανέωσε τη γαλλική γλώσσα και λογοτεχνία εισάγοντας τον προφορικό λόγο και υπογραμμίζοντας την έννοια του αστείου στα γαλλικά γράμματα.

Μοναχογιός του Αυγούστου Κενώ (Auguste Queneau) και της Ζοζεφίν Μινιό (Joséphine Mignot) που είχαν κατάστημα ψιλικών, ο Ρεμόν γεννήθηκε το 1903 στη Χάβρη. Εκεί μεγάλωσε και έκανε τις πρώτες σπουδές του. Πήγαινε συχνά με τον πατέρα του στον κινηματογράφο, διάβαζε πολύ και ξεκίνησε να γράφει από την εφηβική του ηλικία. Έπειτα πήγε στο Παρίσι για να πάρει πτυχίο φιλολογίας και φιλοσοφίας (License de philosophie et de lettres) από τη Σορβόνη (1924). Εκεί εκδηλώθηκαν για πρώτη φορά κρίσεις άσθματος.

Εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις στην Αλγερία και στο Μαρόκο, όπου ήρθε σε επαφή με την αργκό αλλά και με την αραβική γλώσσα, όμως παράλληλα παρακολουθούσε τη λογοτεχνική κίνηση από αρκετά κοντά. Είχε συνεργαστεί μάλιστα στην έκδοση της Σουρεαλιστικής επανάστασης αλλά από το 1929 είχε ήδη διακόψει τις σχέσεις του με το κίνημα του Αντρέ Μπρετόν για προσωπικούς και πολιτικούς λόγους.
Παντρεύτηκε την Ζανίν Καν (αδερφή παλιάς ερωμένης του Μπρετόν-1928) με την οποία απέκτησε τον μοναχογιό του (Jean-Marie Queneau) το 1934. Την ίδια χρονιά γράφτηκε στη σχολή «École pratique des hautes études» και παρακολούθησε σειρά μαθημάτων πάνω στον Χέγκελ από τον γνωστό καθηγητή Αλεξάντρ Κοζέβ (1935).


Διψασμένος για ταξίδια και γνώση επισκέφθηκε την Ελλάδα το 1932 και ένιωσε βαθιά έκπληξη από το χάσμα που χώριζε την καθομιλουμένη από την καθαρεύουσα του γραπτού λόγου. Αυτός ο διαχωρισμός άλλωστε τον προβλημάτισε τόσο πολύ ώστε να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για αυτόν καθώς στη συγγραφική του πορεία έθεσε τον στόχο να απαλλάξει τη γαλλική γλώσσα από τις συμβατικότητες του γραπτού λόγου.

Αφού επιστρέψει, θα εκδώσει το πρώτο του μυθιστόρημα, ένα μυθιστόρημα-ποίημα με τίτλο «Le chiendent» για το οποίο θα κερδίσει άλλωστε και το μόλις θεσπισμένο -με αφορμή το βιβλίο του- βραβείο των Ντε Μαγκό.
Κατόπιν ακολουθούν κάποια αυτοβιογραφικά έργα: Les derniers jours (1936), Odile (1937), Les enfants du limon (1938). Παράλληλα εργάζεται ως τραπεζικός αλλά και ως πωλητής μέχρι να προσληφθεί από τον εκδοτικό οίκο Γκαλιμάρ ως αναγνώστης και έτσι να μπορέσει να αφιερωθεί περισσότερο στη συγγραφή.
Ιδρύει μαζί με τον Ζωρζ Πελορσόν την επιθεώρηση «Volontées», γράφει και εκδίδει βιβλία.
Η πρώτη του επιτυχία θα είναι το Pierrot mon ami (1942) και θα γίνει διάσημος το 1959 με το βιβλίο «Η Ζαζί στο μετρό» (Zazie dans le métro) που θα μεταφερθεί στον κινηματογράφο από τον Λουί Μαλ. Η υστεροφημία του Κενώ όμως θα επισφραγισθεί από τα «Γαλάζια λουλούδια» (Les Fleurs bleues, 1965) καθώς και από ένα παλαιότερο έργο του, τις «Ασκήσεις ύφους» (Exercices de style, 1947).

Για κάποιο διάστημα στη δεκαετία του '30 ο Κενώ μελέτησε και κατέγραψε αυτούς που αποκαλούσε «les fous littéraires» (Οι τρελοί λογοτέχνες), συγγραφείς που είχαν διακηρύξει διάφορες εκκεντρικές θεωρίες. Κατέληξε στη συγγραφή ενός τόμου που υπερέβαινε τις 700 σελίδες που κανένας εκδότης δε θέλησε να εκδώσει. Μέρος της τέραστιας εργασίας του ενσωματώθηκε στο έργο του Les enfants du limon μέσω του ήρωα, κυρίου Σαμπερνάκ (Monsieur Chambernac) που ήταν συγγραφέας της «Εγκυκλοπαίδειας των Ανακριβών Επιστημών», ενός βιβλίου για τους «τρελούς λογοτέχνες».

Καθώς είχε μεγάλο ενδιαφέρον για τις επιστήμες, το 1948 γράφτηκε στη Μαθηματική Εταιρία Γαλλίας και μάλιστα αφοσιώθηκε στην εφαρμογή των μαθηματικών κανόνων στο λογοτεχνικό έργο. Από το 1950 συμμετείχε στο Κολλέγιο Παταφυσικής με το βαθμο του «Σατράπη» ενώ το 1951 τον δέχτηκε η Ακαδημία Γκωνκούρ και από το 1954 διηύθηνε τις εγκυκλοπαιδικές εκδόσεις της Πλειάδος. Κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου του κολλεγίου Παταφυσικής αποφάσισε μαζί με τον μαθηματικό Φρανσουά λε Λιονέ να ιδρύσουν την Ουλιπό (Oulipo, Ouvroir de la Litterature Potentielle = Εργαστήριο Δυνητικής Λογοτεχνίας) στην οποία συμμετείχαν πολλοί σημαντικοί λογοτέχνες.


Παρά τις πολλές απαιτητικές και διαφορετικές ενασχολήσεις του, ο Κενώ θα βρει τον χρόνο να εκφράσει την ποιητική του φλέβα αφού θα είναι άλλωστε και ο μοναδικός ποιητής που έχει καταφέρει να γράψει εκατό τρισεκατομμύρια ποιήματα («Cent Mille Milliards de Poèmes», 1961). Πρόκειται για ένα βιβλίο που έδινε τη δυνατότητα στον αναγνώστη να ανακατέψει τις λέξεις κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργηθούν σύμφωνα με τους υπολογισμούς του συγγραφέα εκατό τρισεκατομμύρια ποιήματα.


Ο Κενώ πέθανε στις 25 Οκτωβρίου 1976. Ο τάφος του βρίσκεται στο παλιό νεκροταφείο του Juvisy-sur-Orge, στην Essonne έξω από το Παρίσι.



Πηγή ποιήματος: komvos.edu
Πηγή βιογραφικού:
Βικιπαίδεια

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2008

José Ángel Buesa: Όχι, τίποτα δε φτάνει αργά, γιατί όλα τα πράγματα έχουν το σωστό χρόνο, όπως ο τρύγος και τα τριαντάφυλλα.


«Όχι, τίποτα δε φτάνει αργά, γιατί όλα τα πράγματα
έχουν το σωστό χρόνο, όπως ο τρύγος και τα τριαντάφυλλα.»


"No, nada llega tarde, porque todas las cosas
tienen su tiempo justo, como el trigo y las rosas."

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

Αγάπα το στίχο σου, και αγάπα σοφά τη ζωή σου,
η στροφή που ζει περισσότερο, είναι πάντα η πιο βιωμένη.
Ένας κακός στίχος ξεπερνά την πιο τέλεια πρόζα,
αν και στην πρόζα και στο στίχο λες το ίδιο πράγμα.

Έτσι όπως η υπερβολή της αρετής δημιουργεί εκτροπή,
η υπερβολή της τέχνης φτάνει να γίνει τέχνασμα.
Γράφε με τέτοιο τρόπο ώστε να σε καταλαβαίνει ο κόσμος,
ίδια αν είναι ανίδεος ή αν είναι αδιάφορος.

Άσκησε το ύψιστο δικαίωμα να τους περιφρονήσεις όλους,
στο γυμνό κορμί δεν γερνούν οι μόδες.
Και πάνω απ' όλα, στην τέχνη και τη ζωή, να είσαι ποικίλος,
αφού μόνο έτσι το μυαλό σου θα ξαναζήσει στο στίχο σου.

José Ángel Buesa
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη



ARTE POÉTICA


Ama tu verso, y ama sabiamente tu vida,
la estrofa que más vive, siempre es la más vivida.
Un mal verso supera la más perfecta prosa,
aunqie en prosa y en verso digas la misma cosa.

Así como el exceso de virtud hace el vicio,
el exceso de arte llega a ser artificio.
Escribe de tal modo que te entienda la gente,
igual si es ignorante que si es indiferente.

Cumple la ley suprema de desdeñarlas todas,
sobre el cuerpo desnudo no envejecen las modas.
Y sobre todo, en arte y vida, sé diverso,
pues sólo así tu mente revivira en tu verso.

José Ángel Buesa

Ο José Ángel Buesa γεννήθηκε στις 2 του Σεπτέμβρη του 1910 στο Cruces, πόλη της αρχαίας επαρχίας της Las villas, σημερινό Cienfuegos, στην Cuba.
Άρχισε να γράφει ποίηση από 7 ετών. Φτάνοντας στην εφηβεία πήγε στο Cienfuegos να συνεχίσει τις σπουδές του στο Κολέγιο των Hermanos Maristas...

Αυτά λίγο πολύ λένε οι τυπικές βιογραφίες... Το έψαξα λίγο παραπάνω. Αναρωτιόμουν πώς γίνεται οι ποιητές που μου αρέσουν πολύ, εμένα που είμαι αναγνώστρια ποίησης και όχι ειδική και θέλω να ελπίζω πως βρίσκομαι στο μέσο όρο, να είναι στα αζήτητα ή εξαφανισμένοι ή φυλακισμένοι ή εξόριστοι ή δολοφονημένοι;

Ποιά κατάρα κυνηγά όσους έχουν το θείο χάρισμα της λέξης στα χείλη, στην πένα, στα πλήκτρα;

Biografía de José Angel Buesa

Ο ενθουσιασμός του Buesa για την παγκόσμια ποίηση είναι ολοφάνερος στη " Babel" ,στα " Ποιήματα στην αρένα " και ειδικά στη " Νέα Όαση" , και επίσης στον " Eρωτευμένο Ποιητή" , όπου έχει δημοσιεύσει τις εκδόσεις των ποιημάτων του σε άλλες γλώσσες. Σε αυτήν την γενναιόδωρη στάση και τον ενθουσιασμό του απέναντι στη γαλλική ποίηση που μεταφράζει, συνδέεται η δουλειά του ποιητή Ismael Enrique Arciniegas στην Κολομβία και του Enrique Gonzalez Martinez στο Mexico.

Ο Jose Angel Buesa γεννήθηκε στις 2 του Σεπτέμβρη του 1910, στο Cruces, πόλη της αρχαίας επαρχίας της Las villas, σημερινό Cienfuegos, στην Cuba που περιβάλλεται από τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος και καλαμιώνες. Είναι ένα τοπίο όπου κυριαρχούν οι πράσινοι και μπλε τόνοι, το γήινο χρώμα και ο μολυσμένος ουρανός από τον καπνό των μεγάλων μηχανών, απ' όπου φθείρονται τα καλάμια.

Στα 7 του χρόνια ήδη γράφει στίχους. Φτάνοντας στην εφηβεία πήγε στο Cienfuegos να συνεχίσει τις σπουδές του στο Κολέγιο των Hermanos Maristas και αργότερα να εργαστεί. Το Cienfuegos, είναι δίπλα στο χωριό που γεννήθηκε, του προσφέρει τους θαλάσσιους ορίζοντες και τις ομορφιές που άφησαν στην καρδιά του φωτεινά ίχνη. Πολλά στοιχεία των ποιημάτων του είχαν αποθηκευτεί από τότε στη μνήμη του. Το ανθρώπινο τοπίο και το γεωγραφικό τοπίο, άσκησαν στον ποιητή, εκείνα τα χρόνια, μια μεγάλη μαγεία. Αργότερα πολύ νέος, μετακινείται προς την Αβάνα, όπου εγκαθίσταται οριστικά. Πρόκειται να ζήσει σε μια περιοχή που είναι όπως μια απέραντη επαρχία: Jesus del Monte. Η ζωή του γίνεται βίαιη και ονειροπόλα, τραχιά και άγρια, λυρική και μάχιμη. Μελετά στους κλασικούς και δουλεύει σε γραφεία, ενώ περιβάλλεται από αριθμούς και υπογραφές. Ταξιδεύει στο Matanzas και μοιράζεται τη ζωή με λογοτεχνικές ομάδες matanceros της γενιάς του.

Μια ημέρα - του 1932 - δημοσιεύει ένα βιβλίο: " Η φυγή των ωρών". Ο ποιητής είναι μόνο 22 χρόνων. Το ποίημα " Ο γιος του ονείρου" λέγεται παντού. Το βιβλίο είναι καρπός μιας μόνιμης αφιέρωσης στο να ξέρεις να ζήσεις. Το "Misas Paganas " επιστρέφει το επόμενο έτος, για να τοποθετήσει το όνομα του ποιητή, στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων. Κατόπιν ο Jose Angel Buesa άφησε τους αριθμούς και έκανε ένα οριστικό βήμα στη ζωή του, το οποίο δεν θα σταματούσε να έχει σημαντική σημασία για την ποίησή του: Αφιερώνεται σε ραδιοφωνικό συγγραφέα και, στο μέλλον, κερδίζει αποκλειστικά το ψωμί του καθημερινά, ως διανοούμενος εργαζόμενος: Γίνεται συγγραφέας επαγγελματίας.

Η καθημερινή επαφή του με μια ραδιοφωνική απροσμέτρητη ακρόαση και την ειλικρινή ιδιοσυγκρασία του, δονούμενη, επικοινωνιακή, τον κάνουν να βιώνει πολύ έντονα κάθε ένα από τα ποιήματά του. Μετά από το "Misas Paganas ", όπου εμφανίζονται οι ισχυρές ηχώ του μουσικού και πλούσιου σε χρώματα μοντερνισμού, ο Buesa δημοσιεύει την " Babel" , το τρίτο βιβλίο του, που εμφανίζεται τρία έτη αργότερα από το προηγούμενο. Η " Babel" είναι το κλειδί όλων των δρόμων που ακολουθούν την ποίηση του Jose Angel Buesa.

Μεταξύ των ποιημάτων εμφανίζονται η "Balada en la Alameda" y "Poema del Renunciamiento".

Οι εξουσιοδοτημένες φωνές της αμερικανικής ποίησης χαιρετούν αυτό το βιβλίο. Το κοινό παρατηρεί ότι είναι ένας νέος μεγάλος ποιητής στο πανόραμα της κουβανικής ποίησης. Το "Canto Final" που εμφανίζεται το 1936, ο ποιητής Juan Ramon Jimenez έχει ανθολογήσει μερικά ελεγειακά και ποιήματα αγάπης του Buesa και λίγο μετά, ο Leopoldo Panero θα το συμπεριλάβει σε " Ανθολογία Ισπανοαμερικάνικης Ποίησης". Το " Oasis" , το βιβλίο των πολλών εκδόσεων εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1943. Τον ίδιο χρόνο δημοσιεύει ο Buesa: τα "Hyacinthus", "Prometeo", "La Vejez de Don Juan", "Odas por la Victoria" y "Muerte Diaria".

Το όνομα του ποιητή διασχίζει τα σύνορα και τα ποιήματά του εμφανίζονται μεταφρασμένα στις πιο μακρινές περιοχές του χάρτη. Το 1944 εμφανίζονται τα "Cantos de Proteo", μοναδικό και βίαιο βιβλίο, όπου απεικονίζονται τα άγχη του σύγχρονου ατόμου που παλεύει σε έναν πικρό και τραχύ κόσμο. Με το "Lamentaciones de Proteo", το 1947, και το "Alegria de Proteo", το 1948, κλείνει αυτός ο ουρανός της ποίησης του Buesa, αλλά παράλληλα, το "Canciones de Adan", το 1947, και κατόπιν το "Poemas en la Arena", καλλιεργούν το έδαφος πιο καυτά ερωτικό, που βρίσκεται στη "Nuevo Oasis", το 1949, το αδελφό βιβλίο του "Oasis". Οι εκδόσεις του "Nuevo Oasis" διαδέχονται η μία την άλλη επίσης.

Από τότε ο ποιητής έμεινε στη σιωπή, μέχρι το "Poeta Enamorado", το αδελφό έργο των "Oasis" και "Nuevo Oasis", με ακόμα πιο ερωτικό θέμα. Η εξαιρετική δημοτικότητα του ποιητή δεν κερδήθηκε από καμία πολιτική, θρησκευτική ή γνωριμιών στενού κύκλου, προπαγάνδα, αλλά αυθόρμητα, από μια ενθουσιώδη προσκόλληση από τη λαϊκή συγκίνηση. Χιλιάδες πλάσματα νιώθουν ερμηνευμένα μέσα στους λυρικούς στίχους των "Oasis" y "Poeta Enamorado".

Το ερωτικό τραγούδι του στην Αμερική - ανέκδοτο ακόμα - καλείται " Maya", γραμμένο από τη συγκίνηση των χιλιάδων καταστροφών των Chichen-Itzu και Uxmal. Ο ποιητής έχει διασχίσει, επιπλέον, εκτενώς, το αμφιθέατρο των Antias. Η επιρροή του είναι αναμφίβολη στους νέους ποιητές. Όταν η ποίηση επιστρέφει προς τη βαθιά απλότητα, προς την επικοινωνία βρίσκει αυτόν τον ποιητή, να είναι πάντα, ιδιοκτήτης ενός λατομείου συγκίνησης και αγάπης, που βγήκαν από τη πρώτη κιόλας σελίδα των "La Fuga de las Horas" μέχρι τις τελευταίες στροφές του "Poeta Enamorado".

Ο Buesa έζησε στο El Salvador πάνω κάτω 50 χρόνια. Διεύθυνε ένα ραδιόφωνο που αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει πια, το οποίο ήταν μεγάλη έμπνευση για τους εθνικούς ποιητές και κέρδισε το σεβασμό και το θαυμασμό όλων των κυριών της υψηλής κοινωνίας εκείνης της εποχής και πάνω απ' όλα είχε το χάρισμα της λέξης "que va así si". Πριν από τη φυγή του από το "El Salvador", άφησε διάφορα ποιήματα στη χώρα.

Καταχωρημένος από μερικούς κριτικούς ως ποιητής, εξεζητημένος και λιγότερο εύκολος, όμως μπορούμε να βεβαιώσουμε ότι κανένας Κουβανός ποιητής, δεν επέδειξε καλύτερα τον αμερικανικό νεορομαντισμό.

Το βιβλίο του " Oasis" του 1943 επανεκδόθηκε περισσότερες από 26 φορές, καθώς επίσης και " Νέο Oasis". Τα βιβλία του εξαφανίζονταν αμέσως μόλις έβγαιναν, και λέγεται ότι επειδή αφαιρέθηκαν αυθαίρετα, κόπηκαν δηλαδή, οι πρώτοι στίχοι από ένα ποίημά του στην κουβανική τηλεόραση το 1961, εγκατέλειψε την Κούβα και πήγε στην Ισπανία, στα Κανάρια νησιά και στο Santo Domingo όπου πέθανε το 1982.

Leonidas Bustamante
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη


Artículo sobre José Angel Buesapublicado recientemente en elperiódico El Miami Herald

Ο ποιητής Jose Angel Buesa, αν και εξαφανισμένος από την επίσημη λογοτεχνία από το 1959, συνεχίζει μέσω της ζωής της χώρας του γιατί αυτή την Κυριακή η φίλη του Carilda Oliver Labra τον θυμήθηκε «ευγενικό, ιππότη σε όλα και αντιιμπεριαλιστή.»

«Ο Buesa ήταν απίστευτη προσωπικότητα. Με αυτόν είχα μια μεγάλη φιλία, χάρις σ' αυτόν μου δημόσιευσαν μια ερωτική ανθολογία», λέει η Oliver Labra μέσα από τις σελίδες της εβδομαδιαίας Επαναστατικής Νεολαίας.

Ξεχασμένος από τους κριτικούς, «σκουπισμένος» από τις ανθολογίες και ο εξόριστος των εγχειριδίων, ο ποιητής του «Renunciamiento», των «Cartas a Usted» και του «Oasis» , έζησε σαν ένα φάντασμα ανάμεσα στις νέες γενιές των Κουβανών.

Η Mirta Martinez μια βιβλιοθηκάριος του Matanzas, αναγνωρίζει ότι «τα βιβλία του Buesa δεν διαρκούν εδώ όσο κι αν τα φυλάμε. Τα κλέβουν. Είναι ένα βίτσιο.»

Ο ποιητής γεννήθηκε στο Cruces, παλιά επαρχία του Las Villas, το 1910, και λίγο μετά το θρίαμβο του Fidel Castro μετανάστευσε στο Santo Domingo, όπου πέθανε μετά τα 80.

Το ρεπορτάζ εξέπληξε τους θαυμαστές και τους ειδικούς, γιατί ο Buesa, που κέρδιζε τη ζωή σαν ραδιοφωνικός συγγραφέας, θεωρήθηκε από τις κουβανικές αρχές ως ένα σύμβολο του παρελθόντος, ένα αρνητικό παράδειγμα για τις νέες γενιές και ένας εχθρός της πόλης.

«Επίσης μπορούσε να είναι πολύ ευχάριστος», είπε η Oliver. « Δεν στήριζε τους Αμερικάνους και ποτέ δεν πήγε να ζήσει εκεί». Ήταν πολύ ελεύθερος.

Los autores del reportaje califican al poeta de insulso y mediocre, pero aceptan que su obra en Cuba "ronda todavía con fuerza tremenda".

Οι συντάκτες του ρεπορτάζ τον χαραχτηρίζουν ως ανιαρό και μέτριο ποιητή, αλλά δέχονται ότι το έργο του στην Κούβα «κυκλοφορεί με μια τρομερή δύναμη».

Copyright © 1997 El Nuevo Herald
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Αφιερωμένο στον Γιώργο Κεντρωτή που μοιραζόμαστε την ίδια αγωνία και αγάπη για τη μετάφραση και όχι μόνο.



UPDATE

JOSÉ ÁNGEL BUESA


Η ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΕΩΣ ΤΕΧΝΗ

Τον στίχο σου αγάπα τον· σοφά αγάπα τη ζωή σου·
στροφή που ζει πολύ θα πει και πως ζωή γεννάει εξ ίσου.
Κακός κι αν είναι ο στίχος, τα καλύτερα πεζά νικάει,
παρόλο που πεζό και στίχους το ίδιο πράγμα κυβερνάει.

Η υπερβολή της αρετής παράγει κακιών μιάσματα·
και η υπερβολή της τέχνης άγει σε κακά τεχνάσματα.
Να γράφεις έτσι που να σε καταλαβαίνουν γύρω σου
ο κόσμος: το μυαλό του γνώστη, μα και ο νους του νεοσσού.

Δικαίωμά σου είν’ ύψιστο τα πάντα να περιφρονείς·
η μόδα δεν φτουράει μπρος στο γυμνό κορμί μιας καλλονής.
Πρωτίστως όμως νά ’χεις ποικιλία στην τέχνη, στη ζωή σου –
να νοστιμεύει ο βίος σου με το άλας της ποιητικής σου.


Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

ΤΟ ΑΛΑΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ

Τρίτη 17 Ιουνίου 2008

Το ελπίζει ο Θεός πως τουλάχιστο μες στους λυγμούς των ποιητών δεν θα πάψει να υπάρχει ποτές ο παράδεισος.


Αν δεν μου 'δινες ποίηση Κύριε

Αν δε μου 'δινες ποίηση, Κύριε,
δε θα 'χα τίποτα για να ζήσω.
Αυτά τα χωράφια δε θα 'ταν δικά μου.
Ενώ τώρα ευτύχησα να 'χω μηλιές,
να πετάξουνε κλώνους οι πέτρες μου,
να γιομίσουν οι φούχτες μου ήλιο,
η έρημός μου λαό,
τα περιβόλια μου αηδόνια.

Λοιπόν πως σου φαίνονται;
Είδες τα στάχυα μου, Κύριε;
Είδες τ’ αμπέλια μου;
Είδες τι όμορφα που πέφτει το φως
στις γαλήνιες κοιλάδες μου;
Κι έχω ακόμη καιρό !
Δεν ξεχέρσωσα όλο το χώρο μου, Κύριε.
Μ’ ανασκάφτει ο πόνος μου κι ο κλήρος μου μεγαλώνει.
Ασωτεύω το γέλιο μου σαν ψωμί που μοιράζεται.

Όμως
δεν ξοδεύω τον ήλιο μου άδικα.
Δεν πετώ ούτε ψίχουλο απ' ότι μου δίνεις.
Γιατί σκέφτομαι την ερημιά και τις κατεβασιές του χειμώνα.
Γιατί θα 'ρθει το βράδυ μου. Γιατί φτάνει όπου να 'ναι
το βράδυ μου, Κύριε, και πρέπει
να 'χω κάμει πριν φύγω την καλύβα μου εκκλησιά
για τους τσοπάνηδες της αγάπης.


Ένας μικρότερος κόσμος

Αναζητώ μιαν ακτή να μπορέσω να φράξω
με δέντρα ή καλάμια ένα μέρος του ορίζοντα.
Συμμαζεύοντας το άπειρο, νά 'χω την αίσθηση:
ή πως δεν υπάρχουνε μηχανές ή πως υπάρχουνε πολύ λίγες
ή πως δεν υπάρχουν στρατιώτες ή πως υπάρχουνε πολύ λίγοι
ή πως δεν υπάρχουνε όπλα ή πως υπάρχουνε πολύ λίγα,
στραμμένα κι αυτά προς την έξοδο
των δασών με τους λύκους
ή πως δεν υπάρχουνε έμποροι ή πως υπάρχουνε πολύ λίγοι
σε απόκεντρα σημεία της γης
όπου ακόμη δεν έγιναν αμαξωτοί δρόμοι.
Το ελπίζει ο Θεός
πως τουλάχιστο μες στους λυγμούς των ποιητών
δεν θα πάψει να υπάρχει ποτές ο παράδεισος.


Ο άνθρωπος, ο κόσμος και η ποίηση

Ανάσκαψα όλη τη γη για να σε βρω.
Κοσκίνισα μες την καρδιά μου την έρημο, ήξερα
πως δίχως τον άνθρωπο δεν είναι πλήρες
του ήλιου το φως. Ενώ, τώρα κοιτάζοντας
μες από τόση διαύγεια τον κόσμο,
μες από σένα – πλησιάζουν τα πράγματα
γίνονται ευδιάκριτα, γίνονται διάφανα –
τώρα μπορώ
ν’ αρθρώσω την τάξη του σ’ ένα μου ποίημα.
Παίρνοντας μία σελίδα θα βάλω
σ’ ευθείες το φως.


Απόκριση
στον ποιητή Θανάση Παπαθανασόπουλο

Ο ήλιος μοιράζεται σε κομμάτια
μέσα στους ποιητές. Είναι το αντίδωρο
που ο Θεός διανέμει στους εντολείς του.

Συμμετέχουμε στην υπόθεση του φωτός.

Ενώ φτιάχνουν εκείνοι, πουλούν, διακινούν
όπου γης κι όπου άνθρωποι όπλα
κι αποθηκεύουν αίμα σκοτώνοντας όνειρα
εμείς προσπαθούμε
Να φτιάξουμε
έναν ουρανό με λίγες λέξεις.

Οι μουσικοί αριθμοί

Χωρίς τη μαθηματική τάξη, δεν στέκει
τίποτε: Ούτε ουρανός έναστρος,
ούτε ρόδο. Προπαντός ένα ποίημα.
Κι ευτυχώς ότι μ' έκανε η μοίρα μου
γνώστη των μουσικών αριθμών,
ότι κρέμασε μιαν αχτίνα επί πλέον
το άστρο της ημέρας στην όρασή μου
και κάνοντας τα γόνατά μου τραπέζι
εργάζομαι, ως να 'ταν να φτιάξω
έναν έναστρο ουρανό, ή ένα ρόδο.

Ο αγρός των λέξεων

Όπως η μέλισσα γύρω από ένα άγριο
λουλούδι, όμοια κ’ εγώ. Τριγυρίζω
διαρκώς γύρω απ’ τη λέξη.

Ευχαριστώ τις μακριές σειρές
των προγόνων, που δούλεψαν τη φωνή,
την τεμάχισαν σε κρίκους, την κάμαν
νοήματα, τη σφυρηλάτησαν όπως
το χρυσάφι οι μεταλλουργοί κ’ έγινε
Όμηροι, Αισχύλοι, Ευαγγέλια
κι άλλα κοσμήματα.

Με το νήμα
των λέξεων, αυτόν το χρυσό
του χρυσού, που βγαίνει απ’ τα βάθη
της καρδιάς μου, συνδέομαι· συμμετέχω
στον κόσμο.
Σκεφτείτε
Είπα και έγραψα, «Αγαπώ».

Νικηφόρος Βρεττάκος

Πηγή ποιημάτων: scripta manent

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ (1912-1991). Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε στο χωριό Κροκεές της Λακωνίας, δευτερότοκος γιος του Κωνσταντίνου Βρεττάκου και της Ευγενίας, το γένος Παντελεάκη. Τα μαθητικά του χρόνια πέρασε στις Κροκεές και το Γύθειο (το 1927 αποφοίτησε από το Ελληνικό Σχολείο του Γυθείου).

Το 1928, σε ηλικία δεκάξι μόλις χρόνων, έδωσε δύο διαλέξεις στην Εμπορική Λέσχη Γυθείου με θέμα Χριστιανισμός - Μαρξισμός. Το 1929 έφυγε για την Αθήνα για να σπουδάσει, δεν τα κατάφερε όμως, κυρίως λόγω οικονομικής ανέχειας (είχε προηγηθεί ασθένεια και χρεοκοπία του πατέρα του).

Εγκαταστάθηκε στα Κάτω Πατήσια και με τη βοήθεια του παιδικού του φίλου Θαλή Στ. Κουτούπη προσλήφθηκε στην εταιρεία υδραυλικών έργων αποξήρανσης του έλους Τιρνάσου στη Λακωνία. Από το 1930 ως το 1931 έκανε διάφορες περιστασιακές, χειρωνακτικές κυρίως δουλειές για να κερδίσει τα προς το ζην, ενώ παράλληλα στράφηκε στη μελέτη από καθαρά προσωπικό ενδιαφέρον.

Το 1932 κατατάχθηκε στο στρατό στην Τρίπολη για τέσσερις μήνες (καθώς ήταν προστάτης πολυμελούς οικογένειας).

Το 1934 εργάστηκε ως γραφέας στις γενικές αποθήκες στρατού στον Πειραιά. Εκεί γνωρίστηκε με την Καλλιόπη Αποστολίδη, την οποία παντρεύτηκε τον ίδιο χρόνο και με την οποία απέκτησε μια κόρη τη Τζένη και ένα γιο τον Κώστα.

Το 1935 εργάστηκε στα Μεταξουργία Νέας Ιωνίας και ένα χρόνο αργότερα ως ιδιωτικός υπάλληλος και ως εργάτης υφαντουργείου.

Το 1938 διορίστηκε στο Υπουργείο Εργασίας με παρέμβαση του φίλου του Θέμου Αμουργή.

Το 1940 στρατεύτηκε στην πρώτη γραμμή και κινδύνεψε να σκοτωθεί στο ύψωμα της Κλεισούρας.

Το 1941 μετά από διάλυση του Συντάγματος στο οποίο υπηρετούσε επέστρεψε στην Αθήνα με τα πόδια. Η ημερολογιακές σημειώσεις του από αυτή την περίοδο αποτέλεσαν τη βάση του βιβλίου του Το αγρίμι.

Από το 1942 ως το 1944 συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση, οργανώθηκε στο Ε.Α.Μ. και γράφτηκε στο Κ.Κ.Ε. Την περίοδο εκείνη πέθανε ο πατέρας του και η ταφή του έγινε στην Πλούμιτσα.

Το 1946 προσλήφθηκε ως γραφέας στον Οικονομικό Συνεταιρισμό Εκτελωνιστών του Πειραιά. Τον ίδιο χρόνο υπέγραψε τη διαμαρτυρία των ελλήνων λογοτεχνών «Προς τη Δ' Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων και τη Διεθνή Κοινή Γνώμη: Περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την Δημοσίαν Τάξιν και την ακεραιότητα της χώρας».

Το 1948 γνωρίστηκε με τον Άγγελο Σικελιανό, φίλο του μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 1958, μετά το ταξίδι του στη Ρωσία κυκλοφόρησε το βιβλίο του Ο ένας από τους δύο κόσμους, με αφορμή το οποίο κατηγορήθηκε (μαζί με τους Γιάννη Ρίτσο και Μάρκο Αυγέρη) για παράβαση του Ν.509.

Το 1949 εξέδωσε το λυρικό δοκίμιο Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου, εξαιτίας του οποίου διαγράφτηκε από το Κ.Κ.Ε. και απομακρύνθηκε από το περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα, στο οποίο ήταν τότε διευθυντής. Τότε γνωρίστηκε με την Τατιάνα Γκρίτση - Μilliex και το Roger Milliex, με τους οποίους συνδέθηκε φιλικά.

Το 1954 η γυναίκα του απολύθηκε από τη θέση της στον Ο.Λ.Π. λόγω των πολιτικών της φρονημάτων. Κατά το σχολικό έτος 1955-1956 αναγκάστηκε να εργαστεί σε σχολείο των Ιωαννίνων. Μετά από προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας επέστρεψε στην παλιά της θέση.

Το 1955 ο Βρεττάκος εκλέχτηκε στο Δήμο Πειραιά (1955-1959). Σημαντική υπήρξε η συμβολή του από τη θέση αυτή στην πολιτιστική αναβάθμιση της πόλης (ίδρυση Πειραϊκού Θεάτρου του Δημήτρη Ροντήρη, Ιστορικού Αρχείου, Φιλαρμονικής Πειραιώς, Δημοτικής Πινακοθήκης).

Το 1957 ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση μαζί με τους Στρατή Μυριβήλη, Άγι Θέρο, Λ.Κουκούλα κ.α. στα πλαίσια της Παγκόσμιας Συνάντησης Δημοκρατικής Νεολαίας, προσκεκλημένος των σπουδαστών της Μόσχας. Στη Μόσχα γνωρίστηκε με τη γυναίκα του Μαξίμ Γκόρκυ.

Το 1961 επισκέφτηκε τον τάφο του πατέρα του στην Πλουμίτσα. Το 1962 διαλύθηκε ο Συνεταιρισμός Εκτελωνιστών και ο Βρεττάκος έμεινε άνεργος. Το 1964 εργαζόταν ως ιματιοφύλακας στο Εθνικό Θέατρο με παρέμβαση του Λουκή Ακρίτα.

Μετά το πραξικόπημα του 1967 ο Βρεττάκος αυτοεξορίστηκε στην Ελβετία από όπου ταξίδεψε ανά την Ευρώπη (Βουκουρέστι, Βενετία, Δαλματικές ακτές, Ζάγκρεμπ, Ρώμη, Παρίσι, Βirmingham, Λονδίνο, Παλέρμο, Μόναχο). Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ευρώπη συμμετείχε σε ραδιοφωνικές εκπομπές και σε φεστιβάλ ποίησης, τιμήθηκε από τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, και επεξεργάστηκε το αυτοβιογραφικό κείμενο Οδύνη που εκδόθηκε το 1969 στη Νέα Υόρκη.

Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1974 και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Το καλοκαίρι του 1991 επισκέφτηκε την Πλούμιτσα με τη γυναίκα, την κόρη του και την οικογένειά της. Εκεί πέθανε τον Αύγουστο από καρδιακή ανακοπή. Η κηδεία του έγινε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών με δημόσια δαπάνη.

Η πρώτη εμφάνιση του Νικηφόρου Βρεττάκου στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποιήθηκε το 1929 με τη δημοσίευση κάποιων πρωτόλειων ποιημάτων του από τα μαθητικά του χρόνια με τίτλο Κάτω από σκιές και φώτα (εκδόθηκαν το 1933).

Ως το 1940 εξέδωσε έξι συλλογές, τις οποίες συγκέντρωσε στον τόμο Γκριμάτσες του ανθρώπου. Ακολούθησαν πολλές ποιητικές συλλογές ως το 1951 (χρονιά θεωρούμενη ως δεύτερο ορόσημο στην καλλιτεχνική του πορεία), που εξέδωσε το δεύτερο συγκεντρωτικό τόμο με ποιήματά του με τίτλο Τα ποιήματα 1929-1951. Από την περίοδο αυτή αναφέρουμε ενδεικτικά την ποιητική συλλογή του Πλούμιτσα (1950), ενδεικτική της στροφής του Βρεττάκου από το νεανικό λυρισμό προς την απλή και έντονα δραματική γραφή.

Ακολούθησε η τρίτη και ωριμότερη περίοδος της δημιουργίας του, όπου επιχείρησε μια εξισορρόπηση των λυρικών και δραματικών στοιχείων στην υπηρεσία του ηθικού και κοινωνικού προβληματισμού του. Σημειώνονται τα έργα του Στον Ρόμπερτ Όπενχάιμερ (1954), Το βάθος του κόσμου (1961), Ο διακεκριμένος πλανήτης (1983), Συνάντηση με τη θάλασσα (1991).

Ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία , την κριτική (το 1960 εξέδωσε τη μελέτη Νίκος Καζαντζάκης. Η αγωνία του και το έργο του ) και τη δημοσιογραφία. Από το 1946 ως το 1949 εργάστηκε στο περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα (αρχικά στη στήλη του βιβλίου, στη συνέχεια ως αρχισυντάκτης, εκδότης και διευθυντής). Ακολούθησαν συνεργασίες του με τα περιοδικά και τις εφημερίδες Προοδευτική Αλλαγή (1951, με το ψευδώνυμο Θυμόσοφος), Ελληνικά Χρονικά (1952-1954), Επιθεώρηση Τέχνης (1956), Ανεξάρτητος Τύπος (1958), Επιστήμη και Ζωή (1959), Δρόμοι της Ειρηνης (1961), Κόσμος (1962), Ελευθεροτυπία (1975).

Τιμήθηκε με το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1940, 1956, 1982), το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών (1974), το βραβείο Knocken και το βραβείο της Εταιρείας Σικελικών Γραμμάτων και Τεχνών (1980), το Αριστείο Γραμμάτων από την Ακαδημία Αθηνών (1982), το βραβείο του τίμιου Σταυρού του Απόστολου και Ευαγγελιστού Μάρκου από του Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής (1984), το μετάλλιο Χρυσός Πήγασος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (1989).

Υπήρξε μέλος της κριτικής επιτροπής του διαγωνισμού των Νέων Ελλήνων Λογοτεχνών. Προτάθηκε τέσσερις φορές για το βραβείο Νοbel λογοτεχνίας Τιμήθηκε από πολλούς δήμους ανά την Ελλάδα, ανακηρύχτηκε επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών μαζί με το Γιάννη Ρίτσο και το Γιώργο Βαλέτα (1984), επίτιμος Πρόεδρος της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών του Πειραιά, επίτιμο μέλος του Παρνασσού , μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (1991).

Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Νικηφόρου Βρεττάκου βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Βρεττάκος Νικηφόρος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 2. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984 και Κακούρου - Χρόνη Γεωργία, «Χρονολόγιο Νικηφόρου Βρεττάκου», Μνήμη του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου (1912-1991) · επιμ. Π.Δ. Μαστροδημήτρης, σ.15-38. Αθήνα, 1993.

Πηγή Βιογραφίας: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.

Τετάρτη 11 Ιουνίου 2008

Τα ποιήματά μας δεν είναι ρόδα για να τα προσφέρουν μπουκέτα οι αβροδίαιτοι καθηγητές ποίησης που δεν έγραψαν ένα στίχο στη ζωή τους.

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ (Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ 2Οου ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΑΙΩΝΟΣ- ΑΜΗΝ)

Τα ποιήματά μας δεν είναι άνθη
για να τα κορφολογήσουν
τα τρυφερά χέρια των κορασίδων .
Τα ποιήματά μας δεν είναι ρόδα
για να τα προσφέρουν μπουκέτα
οι αβροδίαιτοι καθηγητές ποίησης
που δεν έγραψαν ένα στίχο στη ζωή τους.
Τα ποιήματα μας είναι δέντρα
που ρίχνουν τον ίσκιο τους στο μέλλον.
Αλλά οι τυφλοί δεν βλέπουν το δάσος ….

smokecolumn

Τρίτη 10 Ιουνίου 2008

Απόγευμα μοναξιάς και ο γκρίζος στίχος μου γραντζουνάει το χαλάκι της πόρτας... Μιχάλης Λεβέντης!!!!!!



Ο ΓΚΡΙΖΟΣ ΣΤΙΧΟΣ

Κληρονόμησα ένα στυλό σαν καλάμι φλογέρας ή στήριγμα και μια καρδιά που αυθαιρετεί - τολμά να ματώνει. Ποιοι δρόμοι χάρτινοι θα με δοκιμάσουν; Απόγευμα μοναξιάς και ο γκρίζος στίχος μου γραντζουνάει το χαλάκι της πόρτας. Βγήκε να μάθει ποιας διάρκειας βλέπουν το μέλλον τους οι απουσίες, πατάει στους νέους φθόγγους του καμαρωτός και σηκώνεται να με αγκαλιάσει.

"Να εισέρχεσαι στους λαμπερούς και απύθμενους έρωτες", προτρέπει ενθαρρυντικά. Κι επιμένει: "Θα πρέπει ν' αστράφτουν και τ' άγνωστα που σκεπάζουν οι αισθήσεις". Ώσπου κάποια στιγμή τον ξεχωρίζω στο ιστίο της θεοδώρας ροδιάς. Φωνάζει με πάθος: "Πηγαίνω κατευθείαν στις ζωές εκείνων που δεν είχαν μνημόσυνα", κουνάει το νέο χέρι του και μεταμορφώνεται σε κλαδί, που ανοίγει και κλείνει τα ταξίδια.

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

Η βρώμικη εσοχή της μπαλκονόπορτας στο ημιυπόγειο μυρίζει σάπια υπόσχεση. Φοράει μια φόρμα σκονισμένη κι έχει τα δώδεκα χρόνια του σε στάση εμβρυακή. Τρέμει ολόκληρος. Μια έγκυος γυναίκα τον πλησιάζει, διακρίνει τη σύριγγα πεταμένη στην άκρη κι αυτά που της γαυγίζει το καφέ σκυλί την υποψιάζουν. Πηγαίνει στο διπλανό περίπερο, αγοράζει ένα μπουκάλι δροσερό νερό και το κολλάει στο στόμα του.

Ήμουν της ίδιας ηλικίας με το παιδί (θα έλεγα "ταλαιπωρίας", μα δεν τόλμησα), όταν έγραψα το πρώτο ποίημα για τα πουλιά που παγώνουν, όταν άρχισα να μαντεύω πόσο θα κρύωνα μέσα σε μουντά ερωτήματα ή πόσο συχνά ξεπαγιάζουν όσοι δεν συναντούν παράθυρα ανοιχτά και σπόρους απαντήσεων.

Ο Μιχάλης Λεβέντης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ελευσίνα. Σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα (1975) και ψυχολογία στο Παρίσι (1985). Εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση. Τα δυο ποιητικά του κείμενα, ανήκουν στα δοκίμια που έχει γράψει, με τον τίτλο "Να μην τρως την καρδιά σου" (Εκδόσεις ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ, 1999).

Ευχαριστώ θερμά κι από καρδιάς τη φίλη μου τη Χρυσούλα Βακιρτζή που μου γνώρισε αυτό το διαμάντι της ποίησης, τον Μιχάλη Λεβέντη!




Σε μια παρουσίαση βιβλίου του Μιχάλη στο Καλλιτεχνικό Εργαστήρι Ελευσίνας, η Μάρω Βαμβουνάκη είπε:


Ο Μιχάλης γεννήθηκε τέλος Μαΐου του 1952 στην Ελευσίνα από τον κύριο Ευάγγελο που είχε ταλέντο να περιποιείται κήπους και την κυρία Ευγενία που έχει την αρχοντιά να περιποιείται το σπίτι τους.

Μεγάλωσε δίπλα και πάνω στις ράγες των τραίνων παίζοντας με την μπάλα, με τ’ άλλα αγόρια, με τις αντοχές του και με τον κίνδυνο να γνέφει απ’ τα παράθυρα των βαγονιών. Αγάπησε μέχρι δακρύων τις παρελάσεις των εθνικών επετείων. Για την ομοψυχία των βηματισμών, τον ενθουσιασμό των τυμπάνων, τον θαλάσσιο κυματισμό στη σημαία και, πιο πολύ, για τον μικρό σταυρό στην κορυφή, προς το άπειρο. Νωρίς άρχισε να γράφει ποιήματα , που να ξεφεύγει κι απ’ τη μελαγχολία των Κυριακών, πριν νυχτώσει. Επειδή δεν υπήρχαν χρήματα για αναψυχή, το μολύβι ήταν φτηνό, το ταξίδι στο λευκό χαρτί δίχως σύνορα και φύλακες, συνήθιζε να γράφει στίχους. Συνήθιζε να σκάβει λαγούμι μέσα και πέρα.

Σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα , ψυχολογία στο Παρίσι. Πρωτοδίδαξε στην Αστυπάλαια, επέστρεψε στην Ελευσίνα όπου ζει και δουλεύει. Πρώτη του συλλογή «Ο Αποχαιρετισμός» (1990), μετά οι «Εικόνες του κόσμου» (1993), το 1998 η «Φεύγουσα» που έγινε σαν εξόρυξη πέτρας και ψυχής από τα ιερά χώματα της μυστήριας πατρίδας του.

Τον πρωτοσυνάντησα σε στίχο της κοινής συλλογής «εν Ελευσίνι» , το 1996.

Έλεγε : «Καθάριε μου Άγγελε «Άγγελε» Άγγελε – που διέσχισες με υπομονή τη μνήμη του Θεού…».

Και γίναμε ισοβίτες φίλοι. Μπορώ λοιπόν να εγγυηθώ και για το άλλο ταλέντο του, στην πολύτιμη ακριβή φιλία. Γιατί χαρίζει τα τρία χαρίσματα: Γενναιοδωρία, διακριτικότητα, ευγνωμοσύνη. Γιατί μπορεί να σε ακούει απέραντα, χωρίς να σε διακόπτει, με αυτιά και με μάτια να σε ακούει.

Ακολούθησαν οι ποιητικές συλλογές του « Να μην τρως την καρδιά σου» (1999) και «Τετράδιο με τσαλακωμένα ποιήματα» (2003).

Σήμερα είναι παντρεμένος με την γλυκιά Φωτεινή και μεγαλώνουν τον γιο τους, τον Πέτρο. Προχωρά μαζί του στη βιωματική ποίηση της παιδικής ματιάς, των παιδικών χεριών όπως ψηλαφούν το δωμάτιο και τον κόσμο. Και επιστρέφοντας στην μεταφυσική κοσμογονία με πλοηγό το παιδί του, καταγράφει ημερολόγια κι επιστολές, πάντα νέος, πάντα έκπληκτος και έκθαμβος, και σχηματίζει το καινούργιο βιβλίο.

Μάρω Βαμβουνάκη


Πηγή: Καλλιτεχνικό Εργαστήρι Ελευσίνας


Οι φωτό είναι από την παρουσίαση βιβλίου του Μιχάλη Λεβέντη, στο Καλλιτεχνικό Εργαστήρι Ελευσίνας

Μικέλης Άβλιχος: Η σάτυρα, έλεγε, δεν είναι ποίηση· είναι κριτική.

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΑΤΥΡΑΣ

Αν και σατυρικός ο ποιητής, δεν έδινε και τόση αξία στη σάτυρα.
- Η σάτυρα, έλεγε, δεν είναι ποίηση· είναι κριτική. Για να σατυρίσεις ένα πρόσωπο, σημαίνει πως του κάνεις πρώτα κριτική, και το συμπέρασμά σου το λες με στίχους...

Μικέλης Άβλιχος

Πηγή:Μικέλης Άβλιχος - Η ζωή του και το έργο του
Σελίδες Νίκου Σαραντάκου

Διατηρήθηκε η ορθογραφία του λογοτεχνικού περιοδικού: Ο Νουμάς

Δευτέρα 9 Ιουνίου 2008

Χρυσούλα Βακιρτζή: Σύγχρονη Λογοτεχνία. Ένα ταξίδι χωρίς Ιθάκη (;) Καλοτάξιδο!!!


Έλαβα προ ημερών ένα εξαιρετικό βιβλίο της καλής μου φίλης Χρυσούλας Βακιρτζή με τίτλο: «Σύγχρονη Λογοτεχνία. Ένα ταξίδι χωρίς ιθάκη <;>». Μια έκδοση που πραγματικά αξίζει να την έχει κανείς στη βιβλιοθήκη του. Ένα βιβλίο με άρωμα ποιότητας, όπου η συγγραφέας εκφράζει τις σκέψεις, την αγάπη και την προσωπική της αγωνία για το παρόν και το μέλλον των λογοτεχνικών μας πραγμάτων, σε οικουμενική πάντα βάση.
Όπως μου γράφει η ίδια, πιστεύει ότι η λογοτεχνία είναι το αντίβαρο, το αντίδωρο που ανακουφίζει διαχρονικά τον άνθρωπο και του χαρίζει ανεπανάληπτες στιγμές περισυλλογής και συνάμα το θετικό έναυσμα για δημιουργικές σκέψεις.







Καλοτάξιδο Χρυσούλα μου! Αναμένουμε με χαρά και τη νέα ποιητική σου συλλογή!

Κυριακή 8 Ιουνίου 2008

Το ποίημα... είναι πυροβολισμός στον ορίζοντα και την ιστορία. Το ποίημα δεν είναι άνθος που μαραίνεται. Είναι βαλσαμωμένος πόνος.



Ars Poetica

Το ποίημα δεν είναι σαν το φύλλα
που ο άνεμος σέρνει στους δρόμους.
Δεν είναι η ακίνητη θάλασσα,
το αραγμένο καράβι.
Δεν είναι ο γαλάζιος ουρανός
και η καθαρή ατμόσφαιρα.

Το ποίημα είναι ένα καρφί
στην καρδιά του κόσμου.
Ένα φωτεινό μαχαίρι
μπηγμένο κάθετα στις πόλεις.
Το ποίημα είναι σπαραγμός.
Κομμάτι γυαλιστερό μέταλλο,
πάγος, σκοτεινή πληγή,
το ποίημα είναι σκληρό,
-πολυεδρικό διαμάντι.
Συμπαγές- λαξευμένο μάρμαρο.
ορμητικό- Ασιατικός ποταμός.
Το ποίημα δεν είναι φωνή,
πέρασμα πουλιού.
Είναι πυροβολισμός
στον ορίζοντα και την ιστορία.
Το ποίημα δεν είναι άνθος που μαραίνεται.
Είναι βαλσαμωμένος πόνος.

Αναστάσης Βιστωνίτης



Γεννήθηκε στην Κομοτηνή το 1952. Σπούδασε Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες αλλά από πολύ νέος ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, τη δημοσιογραφία και τις Γραφικές Τέχνες. Από το 1972 ως σήμερα εξέδωσε οχτώ ποιητικές συλλογές, ένα βιβλίο αφηγημάτων, έναν τόμο δοκιμίων και δύο ταξιδιωτικά βιβλία. Έχει δημοσιεύσει πλήθος άρθρα, δοκίμια και κριτικά σημειώματα στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας Το Βήμα από το 1991...

Περισσότερα στο ΕΚΕΒΙ

Ω ποιητές αδέρφια μου...

ΑΔΕΡΦΙΑ ΜΟΥ

Ω ποιητές αδέρφια μου
πάντοτε πιο μοναχικοί και αποκλεισμένοι:

παιδιά του Θεού
σε τούτη τη γενιά
ακόμα πιο άχρηστοι,
από 'να λάθος είστε ελεύθεροι:
που θέλετε να τα εξηγήσετε όλα.

Νταβίντ Μαρία Τουρόλντο(David Maria Turoldo)
Μετάφραση:Θανάσης Κουτλής
Εκδόσεις: Οδός Πανός κ Εκδόσεις ΣΙΓΑΡΕΤΑ

David Maria Turoldo (Coderno, 22 novembre 1916 – Milano, 6 febbraio 1992)





Φωτό: Mauro Paviotti

Παρασκευή 6 Ιουνίου 2008

Ο χρόνος είναι ο μόνος κριτικός δίχως φιλοδοξίες. Δώσε θάρρος στον ...κριτικό και θα σου γράψει θεατρικό!

John Steinbeck (1902-1968): American Novelist and Nobel Prize Winner

Κάποια αποσπάσματα από γράμματα του John Steinbeck, ορισμένα των οποίων κυκλοφόρησαν με τίτλο: Steinbeck: A life in Letters(Στάινμπεκ: Μια ζωή σε επιστολές), τον Οκτώβριο του 1975 από τις εκδόσεις Viking. Τα σχόλια έχουν ταξινομηθεί κάτω από διάφορους θεματικούς τίτλους μάλλον παρά χρονολογικά, όπως εμφανίζονται στα ημερολόγια και τις επιστολές του. Διαλέγω και σας μεταφέρω μια από αυτές από το βιβλίο "Πέντε συνεντεύξεις" εκδόσεις Printa, Εκ βαθέων, σε μετάφραση Γ. Ι. Μπαμπασάκη, Νάσια Ντινοπούλου, Μαρία Σωτηράκου.


Για τους κριτικούς

Σήμερα το πρωΐ, καθώς κοιτούσα την Saturday Review, διάβασα μερικά κριτικά σημειώματα για κάποιες πρόσφατες κυκλοφορίες βιβλίων, όχι δικών μου, και κυριεύτηκα από το σύνηθες αίσθημα τρόμου.Πρέπει κανείς να είναι σχολιαστής ή μάλλον κριτικός, τούτη η φιλοπερίεργη βδέλλα που ζει ευτυχής χάρη στο έργο των άλλων και τιμωρεί με ζοφερές λέξεις αυτό που τη θρέφει.Δε λέω ότι οι συγγραφείς θα έπρεπε να είναι απαλλαγμένοι από κάθε κριτική, αλλά θα προτιμούσα οι άνθρωποι που αναλαμβάνουν να την ασκήσουν να μην είναι τόσο πανομοιότυποι, τόσο από άποψη σκοπιάς, όσο και από άποψη νοοτροπίας.
Πάντοτε η δουλειά μου περνούσε πρώτα από την κρίση των σκυλιών μου. Ο Έιντζελ, ξέρετε, κάθεται και ακούει δίνοντάς μου την εντύπωση ότι καταλαβαίνει τα πάντα. Με τον Τσάρλι, από την άλλη, είχα πάντα την αίσθηση ότι περιμένει την ευκαιρία να δώσει τη γνώμη του. Όταν, πριν από χρόνια, το κόκκινο σέτερ μου μασούλησε το χειρόγραφο του Άνθρωποι και Ποντίκια, είπα τότε ότι το σκυλί θα είχε γίνει ένας εξαίρετος κριτικός βιβλίων.

Ο χρόνος είναι ο μόνος κριτικός δίχως φιλοδοξίες.

Δώσε θάρρος στον ...κριτικό και θα σου γράψει θεατρικό.

************************************** ***
Από τις πέτρες που πετάνε πάνω σου οι κριτικοί με μίσος, φτιάξε ένα μνημείο, που θα σ' απαθανατίσει, ίσως.

Α. Γκίτερμαν

Εκανα δεκαπέντε χρόνια ν' ανακαλύψω πως δεν είχα ταλέντο συγγραφέα, αλλά ήταν πια αργά για να τα παρατήσω. Είχα γίνει διάσημος.

Robert Benchley


Οι κριτικοί για τον Ξενόπουλο στο θέατρο...

...«Το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας» (1904) που παίχτηκε, χωρίς μεγάλη επιτυχία, με την Ευαγγελία Παρασκευοπούλου στον επώνυμο ρόλο. Η κριτική θεώρησε τον Ξενόπουλο καινοτόμο, διότι «πετούσε πάνω στην ελληνική σκηνή που την έπνιγαν ως τότε οι αρχαιόπρεπες ψυχρές [έμμετρες] τραγωδίες... τα ξενικά, [και τα κωμειδύλλια], ένα ζεστό κομμάτι ντόπιας ζωής».

Η έστω και σχετική αποτυχία του έργου αυτού, πάντως, έθεσε τον Ξενόπουλο απέναντι στο ερώτημα της σχέσης του με το κοινό.

«Η Τέχνη, κάθε Τέχνη μεσ' την ουσία της έχει και το κοινωνικό να πούμε στοιχείο κι' ο τεχνίτης, κάθε τεχνίτης, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δεν κατορθώνει να "επικοινωνή" με το εκλεκτότερο Κοινό της εποχής του, κάνει έργο ανώφελο, άγονο, άκαρπο... [Έτσι] σκέφτηκα πως ένας μικρός τεχνίτης, ­ που τρέφει όμως κι' αυτός κάποια ιδανικά κι έχει μια ευγενικιά φιλοδοξία, όταν βλέπη πως δεν συνεννοείται καλά με το Κοινό του, δεν πρέπει να τ' απαρατά με την παράλογη αξίωση πως χρωστούσε ν' ανέβη μονάχο του, διαμιάς, αλλά να χαμηλώση λίγο κι ο ίδιος, ως εκεί που χρειάζεται για να το φτάση και να το σηκώση... πώς ένα θεατρικός συγγραφέας... θα μπορούσε, χωρίς να βγει κι'από τα όρια της τέχνης του, να γράψη έργα ικανά να το τραβήξουν, να το συγκινήσουν, να το επηρεάσουν».

Γεωργία Φαρίνου - Μαλαματάρη, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης

ΤΑ ΝΕΑ , 15/12/1999

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2008

Το δράμα του παρα-ποιητή


The poor poet
Artist: Spitzweg Carl
Museum: Neue Pinakothek (Munich)

Οι παρα-ποιητές

Πόσο πολύ θα επιθυμούσα
Ελύτης κάποτε να γίνω
νέα κι ωραία θα 'χα μούσα
με παρασόλ και κρινολίνο.

Θα ήθελα να δραπετεύσω
απ' τη μιζέρια της ζωής μου
και μια από 'κείνες να θωπεύσω
Αχ! Πως θα σ' έσωζα ψυχή μου.

Πόσο μ' αρέσει ο Βιμ Μέρτενς
στου κλειδοκύμβαλου τον ήχο...
Και στην πορτοκαλιά του Φουέντες
Βρίσκω αξεπέραστο τον... στίχο

Όλες τις πένες τις μεγάλες
σ' όλη μου τη ζωή ζηλεύω
για να τις φτάσω τις κουφάλες
κατάντησα να διακονεύω.

Την προσοχή, την εύνοιά τους,
εκλιπαρώ με κάθε μέσο
αν το απαιτεί η παράνοιά τους
μέχρι στα πόδια τους θα πέσω.

Αχ, το μουστάκι μου το ωραίο
στους ποιητές θα το χαρίσω
να εμπνευστούν από τη γυάλα, οέο,
και ό,τι θέλουν θα τους στήσω...

Μαριάννα Τζανάκη
Αφιερωμένο εξαιρετικά.
Εξαιρετικότερα δε γίνεται.