Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2009

Γαλάτεια Σαράντη: Καλό ταξίδι...




Για τον πατερα

Δεν ηταν πρωτος στα μαθηματα, ουτε στο τρεξιμο, ουτε στο πηδημα. Στην ταξη δεν τον προσεχε κανεις ιδιαιτερα, δεν ειχε ακουσει ενα "μπραβο" και στα διαλειμματα, αν επαιζε, ηταν παντα μαζι μ' αυτους που φτιαχνουν μια ομαδα. Ποτε δεν ηταν αρχηγος. Αρχηγος ημουν εγω, ηταν ο Ποτης, ο Βαγγελης. Εμεις κανονιζαμε ποτε θα παιζαμε πολεμο ή κλεφτες κι αστυνομους, εμεις ειχαμε το προνομιο να λεμε ιστοριες. Οι αλλοι ακουγαν. Ολο για κατορθωματα τους λεγαμε, ηρωισμους, παλεματα, πετροπολεμους, μονομαχιες. Και ολα φανταστικα! Το ξεραμε πως δεν ηταν αληθεια αυτα που λεγαμε. Ποτε δεν ειχαν γινει τετοια πραγματα στο χωριο μας, μα αυτο δεν ειχε καμια σημασια.

Μιλουσαμε ακομα και για φαντασματα! Μας αρεσαν οι αγριες ιστοριες, που ανακατευονταν οι υπερφυσικες δυναμεις. Ολο κατι ειχαμε δει, ολο και κατι ειχαμε ακουσει. Και το δειλινο, την ωρα που μεγαλωναν και βαραιναν οι ισκιοι, ολο σ' αυτα γυριζε η κουβεντα μας. Αντριχιαζμε, κρυφα, μα κανενας δεν τ' ομολογουσε.

Δεν ξερω πως βγηκε τοτε η φημη, που ολο και φουντωνε: Ο Αντρεας φοβαται!
- Φοβασαι βρε; Αληθεια ειναι πως φοβασαι στα σκοταδια;
- Ναι, εκαμε ησυχα οπως ολα του. Φοβαμαι, τη νυχτα αγριευομαι, δεν το θελω!

Και μια μερα αναποδογυριστηκε ο κοσμος ολος! Ολα, οτι πιστευαμε, γκρεμιστηκαν ετσι σε μια στιγμη και το ξαφνιασμα μας ηταν μεγαλο, τοσο που για καιρο χασαμε τα νερα μας και δεν ξεραμε πια τι να πιστευουμε και τι οχι.

Μπηκε ο δασκαλος στην ταξη ενα πρωι και κοιταξε τον Αντρεα.

- Τη νυχτα ο Αντρεας δεν κοιμηθηκε διολου, ειπε. Αρρωστησε ο πατερας του και πηγε να φερει το γιατρο. Μα ο γιατρος δεν ηταν στο χωριο, γι αυτο χρειαστηκε να παει ως τα Δεντρά, για να τον βρει και να τον φερει.

Επειτα αρχισε το μαθημα, μα κανεις δεν ειχε νου ν' ακουσει. Εβρεχε εξω σιγανα κι ολων οι σκεψη ηταν στη χτεσινη νυχτα που ερχοταν η μπορα η μεγαλη κι αστραφτε και βροντουσε και φυσαγε ο αερας να ξεριζωσει δεντρα και πηρε σκεπες και γκρεμισε πεζουλια... Κεινη την ωρα ο Αντρεας - που το ελεγε οξω φωνη πως αγριευται στα σκοταδια - περπατουσε ολομοναχος να φερει το γιατρο.

Στο διαλεμμα πηγα κοντα του - ηταν καποτε στην ομαδα μου, ημουν αλλοτε αρχηγος του.
- Ειδες, του ειπα, μας κορόιδευες ολους τοσον καιρο. Δε φοβηθηκες διολου χτες τη νυχτα!
- Φοβηθηκα! Ποιος το ειπε πως δε φοβηθηκα; εκαμε νυσταγμενα. Κι εφυγε.

ΓΑΛΑΤΕΙΑ ΣΑΡΑΝΤΗ

Πέθανε τη Δευτέρα, σε ηλικία 89 ετών, η λογοτέχνης και ακαδημαϊκός Γαλάτεια Σαράντη.Η Γαλάτεια Σαράντη, η οποία γεννήθηκε στην Πάτρα το 1920, ήταν πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ηταν η πρώτη γυναίκα που εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, το 1997, στην έδρα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.

Στα Ελληνικά Γράμματα, εμφανίσθηκε το 1945 από το περιοδικό ''Νέα Εστία'', με το διήγημα ''Το Κάστρο'', ενώ το μυθιστόρημά της ''Επιστροφή'' τιμήθηκε το 1953 με το ''Βραβείο των Δώδεκα''.

Δύο άλλα βιβλία της Γαλάτειας Σαράντη απέσπασαν βραβεία: ''Το παλιό μας σπίτι" -το 1969- απέσπασε το β' Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος και το ''Να θυμάσαι τη Βίλνα'' -το 1979- το α' Κρατικό Βραβείο Διηγήματος.

Εξάλλου, η Ακαδημία Αθηνών της είχε απονείμει το 1979 το Βραβείο Ουράνη, για το μυθιστόρημα ''Ρωγμές''.

Κατά καιρούς, η Γαλάτεια Σαράντη συνεργάστηκε με την κρατική ραδιοφωνία σε λογοτεχνικές εκπομπές, καθώς και με αρκετά λογοτεχνικά περιοδικά.

Είχε παντρευτεί τον δικηγόρο Σταύρο Πατσούρη, με τον οποίο είχε αποκτήσει δύο παιδιά.

Η κηδεία της Γαλάτειας Σαράντη θα γίνει την Τετάρτη, στις 12 το μεσημέρι, από το Α' Νεκροταφείο Αθηνών.

Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2009

Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2009




Ανακοινώθηκαν τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2009, από τη Διεύθυνση Γραμμάτων της Γενικής Διεύθυνσης Σύγχρονου Πολιτισμού του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, τα οποία αφορούν τις εκδόσεις του έτους 2008.


Αναλυτικά :

Το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας απονέμεται ομόφωνα στον Νάνο Βαλαωρίτη για το σύνολο του έργου του.

Το Βραβείο Περιοδικού απονέμεται κατά πλειοψηφία εξ ημισείας στα περιοδικά «πόρφυρας» και «Εντευκτήριο» για την συμβολή τους στην προβολή και διάδοση της ελληνικής λογοτεχνίας.

Το Βραβείο Ποίησης απονέμεται κατά πλειοψηφία στον Λευτέρη Πούλιο για το έργο του με τίτλο «Η κρυφή συλλογή», εκδόσεις Κέδρος.

Το Βραβείο Διηγήματος απονέμεται ομόφωνα εξ ημισείας στους : Τόλη Νικηφόρου για το έργο του με τίτλο «Ο δρόμος για την Ουρανούπολη», εκδόσεις Νεφέλη και Αργύρη Χιόνη για το έργο του «Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες», εκδόσεις Κίχλη.

Το βραβείο Μυθιστορήματος απονέμεται ομόφωνα στον Γιάννη Ατζακά για το έργο του «θολός βυθός», εκδόσεις Άγρα.

Το βραβείο Δοκιμίου - Κριτικής απονέμεται κατά πλειοψηφία στον Χρίστο Ρουμελιωτάκη για το έργο του «Ασκήσεις αυτογνωσίας», εκδόσεις Τυπωθήτω.

Το βραβείο Χρονικού - Μαρτυρίας απονέμεται ομόφωνα στην Αλεξάνδρα Δ. Ιωαννίδου για το έργο της «Υπόθεση Γκράνιν : Η λογοτεχνική κριτική στο εδώλιο - : Η δίκη της "Επιθεώρησης τέχνης" το 1959 και η απολογία του Κώστα Κουλουφάκου», εκδόσεις Καστανιώτης.

Την Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας αποτελούν ο Μαστροδημήτρης Παναγιώτης, Πρόεδρος, ο Αθανασόπουλος Ευάγγελος, Αντιπρόεδρος, ο Ανδρειωμένος Γεώργιος, η Πάτσιου Βασιλική (Βίκυ), η Δημακοπούλου Χαρίκλεια, η Σχινά Αικατερίνη, ο Λεονάρδος Γεώργιος, ο Νιάρχος Αθανάσιος και ο Χατζηαντωνίου Κωνσταντίνος.

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009

Νίκος Εγγονόπουλος: Παράφασις ή Η κοιλάδα με τους Ροδώνες



Παράφασις
ή
Η κοιλάδα με τους Ροδώνες

; τί είναι στη ζωή να μην είναι αίνιγμα
γρίφος;
; μα κι η ζωή η ίδια δεν είναι γρίφος
αίνιγμα;

τι δυστυχία οι τεχνοκράτες
μέσα στην τύφλα απ' ολούθε που τους περιζώνει
να παραμένουνε στις κούφες πεποιθήσεις(;) τους
ισχυρογνώνονες
πεισματωμένοι
γινατζήδες

του ποιητή
πια μόνη -θεόθεν- σωτηρία λύσις
παρηγόρηση
μένει η κοιλάς με τις τριανταφυλλιές
ό εστι
μεθερμηνευόμενο
η κοιλάδα των ροδώνων

Νίκος Εγγονόπουλος

Francisco Ayala! «Συγχωρείστε με που βρίσκομαι ακόμα στον κόσμο. Σ' αυτή την ηλικία είναι σχεδόν θράσος.» Πλήρης ημερών «έφυγε» ο αγαπημένος συγγραφέας... Q.D.E.P !



 "Perdonen por estar aún en el mundo. A esta edad es casi una insolencia"



El Rey da el pésame a la viuda de Francisco Ayala en presencia de Zapatero, a la derecha.



El príncipe de Asturias conversa con Carolyn Richmond, viuda del escritor Francisco Ayala, en presencia de la cuidadora del escritor, Fátima, el presidente del Gobierno, José Luis Rodríguez Zapatero, la ministra de Cultura, Angeles González-Sinde, el alcalde de Madrid, Alberto Ruiz-Gallardón


Σηκώθηκε σχετικά αργά, ως συνήθως. Την ώρα εκείνη είχε ήδη φτάσει η Fátima, η διακριτική και στοργική γυναίκα, Μαροκινής εθνικότητας, που φρόντιζε εδώ και εξήμισι χρόνια τον γραναδίνο συγγραφέα. Ο Francisco Ayala ζήτησε πρωινό: καφέ, χυμό, ένα χτυπητό αυγό σε στυλ γαλλικής ομελέτας και την ατέλειωτη μαγκνταλένα του Προυστ(magdalena proustiana), την οποία δεν τελείωσε, και έμεινε τριμμένη στο τραπεζομάντιλο. Μετά το πρωινό κατά τις εντεκάμισι το πρωί, γύρισε για να βάλει τη μάσκα οξυγόνου και στις δώδεκα, κατά την ώρα του Angelus, αποφάσισε να την αφαιρέσει. Η Fátima τον ρώτησε γιατί την έβγαλε, και εκείνος απάντησε: «Επειδή πρόκειται να πεθάνω." Η Fátima επέμεινε:
- «Πότε;»
- «Τώρα, πρόκειται να πεθάνω», απάντησε. Ο Αγιάλα πήρε τα χέρια της Fátima, τα έκλεισε στα δικά του και τα φίλησε τρεις φορές, ζητώντας συγγνώμη: «Συγγνώμη για όλα, συγγνώμη για όλα, συγγνώμη για όλα.»  Η Fátima κάλεσε την ψυχή του Don Francisco, την Carolyn, η οποία μόλις ήρθε έπιασε το χέρι της. Με απόλυτη νηφαλιότητα, ο Αγιάλα πέθανε σφίγγοντας το χέρι της "γρηούλας του», όπως αποκαλούσε ιδιωτικά τη σύζυγό του. Το χέρι της αιώνιας αγάπης, της αληθινής, της μοναδικής. Πέθανε καθισμένος στον καναπέ, κοιτώντας τα μάτια της, όπως οι Τιτάνες. Με απλότητα ευλογημένη και συντροφικότητα. Αθόρυβα και ταπεινά. Απολύτως διαυγής.

Πηγή: ABC.es



Ο συγγραφέας και ακαδημαϊκός Francisco Ayala, είχε παρευρεθεί στα 103 χρόνια του, στην παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Luis García Montero "Vista cansada" (Κουρασμένη Όραση, Εκδόσεις Visor), στην περιβόητη Φοιτητική Εστία(la Residencia de Estudiantes) της Μαδρίτης στις 26 Μαρτίου του 2008, όπου μίλησε κάνοντας χιούμορ κι έχοντας μια διαύγεια απίστευτη. Το βίντεο είναι πραγματικά ένα ντοκουμέντο αισιοδοξίας και χαράς. Δυο στοιχεία που χάριζε απλόχερα ο Francisco Ayala στους ανθρώπους με την παρουσία του.

Luis García Montero: Αντίο σε ένα λογοτεχνικό αιώνα. Η διαύγεια και η σεμνότητα

Μου χρειάστηκαν πολλές ώρες φιλίας με τον Φρανθίσκο Αγιάλα, ώστε η εμπιστοσύνη μιας σχεδόν καθημερινής συνομιλίας να προσπεράσει τη συγκίνηση της ιστορικής του φυσιογνωμίας. Για έναν λογοτεχνοχτυπημένο όπως εγώ, στα όρια του φετιχισμού, το πέρασμα στον ενικό ήταν ευκολότερο να επιτευχθεί μέσα από μια πραγματική φυσικότητα. Μερικές φορές του έλεγα -κι εκείνος μου απαντούσε μ' ένα ήρεμο χαμόγελο- το ότι με εντυπωσίαζε πολύ να πίνω ποτό και να τρώω ελιές μ' έναν άνδρα από μιαν άλλη εποχή.

Επρόκειτο για ένα συναίσθημα μεγαλύτερο από τον καθαρό λογοτεχνικό θαυμασμό. Πέραν του ότι είναι ο μυθιστοριογράφος των «Κυνηγός στην  αυγή», «Το κεφάλι του προβάτου» ή «Ο κήπος των απολαύσεων», ο Francisco Ayala ήταν το τελευταίο αστέρι μιας εκθαμβωτικής εποχής της ισπανικής λογοτεχνίας.




Μιλάω, του σχολίαζα εγώ, με τον επιτετραμμένο του λογοτεχνικού περιοδικού La Gaceta Literaria το 1927, να κριτικάρει την πρεμιέρα της Mariana Pineda, του δράματος του Federico García Lorca. Μιλάω με το αγόρι που καθόταν στα γόνατα του Manuel Azaña και του Jose Ortega y Gasset. Μ' έναν τολμηρό συγγραφέα που προκάλεσε την οργή του Luis Cernuda με τα σχόλιά του σχετικά με το «Το Προφίλ του Αέρα». Ή με τον νεαρό avant garde που μόλις έγινε γνωστή στη Γερμανία η άνοδος του ναζισμού, αποφάσισε να αφιερωθεί στην πολιτική φιλοσοφία, στην υπεράσπιση της φιλελεύθερης συνείδησης και την οικοδόμηση ενός δημοκρατικού ισπανικού κράτους.




Διανοούμενος και πολίτης του εικοστού αιώνα, η ζωή τον οδήγησε σε πολύ δύσκολες καταστάσεις, και πάντα έβγαινε νικητής απ' αυτές, με μια εκπληκτική ανθρώπινη και λογοτεχνική αξιοπρέπεια. Συγκινητική ήταν η ηθική ακεραιότητα με την οποία βίωσε τη δημοκρατική δέσμευσή του κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Έξυπνη, η λογοτεχνική κατεύθυνση με την οποία ανταποκρίθηκε στους πολέμους της Ισπανίας και της Ευρώπης, αφήνοντας την avant garde πρόζα για τις αναζητήσεις του κριτικού ρεαλισμού. Καταπληκτικός, ο τρόπος που έζησε στην εξορία, όχι σαν μια απλή καταδίκη στη νοσταλγία, αλλά ως μια προοπτική που θα του επέτρεπε να κατανοήσει τις μεγάλες μεταβολές που προκαλούνται από την τεχνολογική ενοποίηση του κόσμου.




Όλα τα συγκέντρωσε με πνευματική διαύγεια και προσωπική εντιμότητα. Πάντα υπήρχε μέσα του, αυτό το παιδί που έζησε στη Γρανάδα, που είχε μάθει την αξιοπρέπεια εν μέσω των οικονομικών δυσκολιών των γονιών του, βασιζόμενος στον εαυτό του και χωρίς να ζητήσει ποτέ, τίποτα από κανέναν. Μια ακραία αντίληψη της ατομικής ευθύνης, αυτό ήταν ο Φρανθίσκο ως πολίτης και ως συγγραφέας. Μιλώντας μαζί του πήγαινα υποθετικά από τον Julián Besteiro στον Juan Negrín και από τον Ramón Gómez de la Serna στον Jorge Luis Borges, από τον Juan Ramón Jiménez του Puerto Rico στον Antonio Machado του Collioure.




Στις αρχές του XXI αιώνα, δίπλα σε μια οθόνη υπολογιστή ή ένα υπερσύγχρονο μηχάνημα για την ανάγνωση με τα μάτια των αιωνόβιων, κάποιος είχε την αίσθηση ότι ζει εκ των έσω την ασημένια εποχή της ισπανικής λογοτεχνίας. Μου χρειάστηκαν πολλές ώρες φιλίας για να αντικατασταθεί ο ενθουσιασμός και ο λογοτεχνικός φετιχισμός από φυσικότητα. Και η φυσικότητα επέτρεψε ώστε η μαρτυρία του παρελθόντος να δώσει τη θέση της στο προσωπικό παράδειγμα. Μέχρι την προτελευταία ημέρα, μέχρι το προηγούμενο πρωί πριν από το θάνατό του, είχε στα μάτια του και στη σβησμένη φωνή του τη ζωντανή φλόγα της περιέργειας για τα γεγονότα του κόσμου. Γελούσε με καλή διάθεση με τα ταξίδια μου, τις ανησυχίες μου, τις πολιτικές αυταπάτες μου. Μας έλεγε ότι ζούσε στην επόμενη γενιά, αλλά αποτελούσε μέρος του παρόντος και των ερωτημάτων για το μέλλον. Έτσι, ο κόσμος των φίλων του και η οικογένειά του ήταν ο κόσμος του. Τώρα, όταν μαζί του πεθαίνει μια άλλη εποχή, μου απομένει ένα τεράστιο κενό. Αλλά αυτό το κενό δεν το προκαλεί η απώλεια των μεγάλων ανδρών και των μεγάλων έργων. Είναι το κενό του φίλου, το άδειο μπουκάλι ουίσκι που μόλις λίγες μέρες πριν αφήσαμε μισογεμάτο, το κενό από τις νύχτες της φιλίας με την Carolyn Richmond και τον Francisco Ayala. Θα χρειαστούν πολλές ώρες ώστε η ιστορική συγκίνηση να μπορέσει να παρηγορήσει για την απουσία του φίλου που έφυγε.

Ο Luis García Montero είναι ποιητής-συγγραφέας. Συντονιστής των εκδηλώσεων για την εκατονταετηρίδα του Francisco Ayala.

Πηγή: El País
Μετάφραση: Μαριάννα Τζανάκη


Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2009

Κάθε που δάκρυζε του ζητούσε να την γεμίσει με λέξεις. Λέξεις που νά ΄χουν μια ιδέα απο άγγιγμα δροσερών χειλιών πάνω σε μέτωπο ή απο σκιά αναμμένου σπίρτου στο σκοτάδι...




α΄
Κάθε που δάκρυζε του ζητούσε να την γεμίσει με λέξεις.
Λέξεις που νά ΄χουν μια ιδέα απο άγγιγμα δροσερών χειλιών
πάνω σε μέτωπο
ή απο σκιά αναμμένου σπίρτου στο σκοτάδι.
Κι εκείνος της έλεγε. Δεν την ένοιαζε άν ήταν αλήθεια ή ψέμματα.
Απλά τις ήθελε΄ - ούτε κι εκείνος προλάβαινε να εξακριβώσει
μέσα του το αληθές ή το ψευδές των λόγων του.
Τότ' εκείνη γαλήνευε. Τα μάτια της δύο σκούρα κομμάτια χαλάζι
που πλάγιαζαν απαλά στο σεντόνι της φωνής του.

Πότε πότε, τέτοιες στιγμές, θυμόντουσαν τα παιδικά τους χρόνια.
Δεν ήταν κοινά, ούτε καν όμοια.
Όσο εκείνη ήταν ακόμα παιδί, εκείνος περπατούσε, ήδη, το δάσος
κάποιου αποχωρισμού με το κρύο το φίλημα του θανάτου
στο τρυφερό μάγουλο.
Έπειτα ήρθε η μαζική, πρόσκαιρη και υποκριτική αγάπη που τον έβαλε
στο δικό του περιθώριο - αυτό της κλεφτής ματιάς προς
την τελειότητα.
Έπειτα οι προσευχές, τ΄ άσπρα κεριά πλάι στο μάρμαρο των Σταυρών
κι αργότερα ακόμη, το δεύτερο φίλημα του θανάτου
σε μάγουλα αντρικό.

Στο μεταξύ, πριν ακόμα γνωριστούν και αγαπηθούν, είχε κι εκείνη
αποκτήσει και ορθώσει τον δικό της Σταυρό.

β΄
Κάποια μέρα λοιπόν που δάκρυσε, του ζήτησε πάλι να την γεμίσει
με λέξεις.
Μα όπως άρχισε να μιλά, εκείνη πετάχτηκε και τού 'πε με φωνή
ψυχρή: ''λες ψέμματα''. Απέδωσε την, για κείνον, ύπαρξή της
στη φαντασία του και έφυγε.

γ΄
Λίγο καιρό μετά, εκείνος κατάλαβε πως όλα όσα της έλεγε ήταν
αλήθεια. και πως αυτό πού 'χε αγαπήσει απο κείνη, δεν ήταν
απαύγασμα της φαντασίας του μα εκείνο το κομμάτι της που αποφάσισε
χάριν αυτού του κόσμου, να πετάξει.
Εκεί ανήκε κι ο ίδιος: στο πιό τρυφερό της βλέμμα.

δ΄
Κάποτε ένα κρύο χάδι βεβαιώνει τα πάντα.

ε΄
Κι αχ, σ΄έναν κόσμο που βιάζεται, οι πιό ωραίες μας αλήθειες
είναι μακροπρόθεσμες στην απόδειξη.
Πούστη χρόνε.

Αθανάσιος Κούρτης

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2009

Ποιητές στην Οθόνη


Το Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος-Σπουδαστήριο Νεοελληνικής Ποίησης και ο Ιωνικός Σύνδεσμος διοργανώνουν σειρά εκδηλώσεων με θέμα Ποιητές στην Οθόνη. Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων θα προβάλλονται ταινίες με Έλληνες ποιητές και οι δημιουργοί τους θα συζητούν γι' αυτές με τους θεατές. Οι προβολές και η συζήτηση θα γίνονται στην αίθουσα "Στράτος Μελεμενής" του Ιωνικού Συνδέσμου (Τσουρουκτσόγλου 1 & Λεωφ. Ηρακλείου 251, Νέα Ιωνία) και ώρα 8.00 μ.μ.

Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων:

19/10/09: Ανδρέας Εμπειρίκος, σκην. Τάσος Ψαρράς
02/11/09: Οδυσσέας Ελύτης "Της πατρίδας μου πάλι ομοιώθηκα", σκην. Γιώργος Καρυπίδης
16/11/09: Μιχάλης Κατσαρός, σκην. Γιάννης Σολδάτος
30/11/09: Άρης Αλεξάνδρου "Ανήκω στο ανύπαρκτο κόμμα των ποιητών", σκην. Τάκης Χατζόπουλος
14/12/09: Γιάννης Ρίτσος "Ένα όνειρο για τη ζωή και το ψωμί. Η Ελλάδα του Γιάννη Ρίτσου", σκην. Παντελής Βούλγαρης
11/01/10: Διονύσιος Σολωμός "Ο Σολωμός των Ελλήνων", σκην. Πάνος Κυπαρίσσης
25/01/10: Κωνσταντίνος Καβάφης "Κ.Π. Καβάφης: 50 χρόνια από το θάνατό του", σκην. Μαίρη Κουτσούρη
08/02/10: Νίκος Καρούζος, σκην. Δέσποινα Καρβέλα
22/02/10: Άγγελος Σικελιανός "Αφιέρωμα στον Άγγελο Σικελιανό", σκην. Μαίρη Κουτσούρη
08/03/10: Μανόλης Αναγνωστάκης "Ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης", σκην. Λάκης Παπαστάθης
22/03/10: Γιώργος Σεφέρης "Ημερολόγια Καταστρώματος", σκην. Στέλιος Χαραλαμπόπουλος
29/03/10: Μίλτος Σαχτούρης "Κληρονόμος πουλιών", σκην. Λευτέρης Ξανθόπουλος


Πηγή: "Ποιητές στην Οθόνη"

Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2009

Ο Γεώργιος Γεωρβασάκης αφιερώνει στον Παντελή Πρεβελάκη ένα σονέτο... Από τον Μανόλη Καλλέργη και τα Ρεθεμνιώτικα Νέα!



Ένας ακόμη Ρεθεμνιώτης ποιητής

Σάββατο, 17 Οκτωβρίου 2009

Καμιά άλλη εποχή δεν ενέπνευσε τους ποιητές του κόσμου όσο το φθινόπωρο. Είναι η εποχή των ποιητών. Γι’ αυτό είχε τέτοια απρόσμενη επιτυχία εκείνη η φθινοπωρινή βραδιά η αφιερωμένη στην Ποίηση.

- Μα εκεί μακριά, στο κέντρο του Μυλοποτάμου;

- Ναι, ακριβώς εκεί, στο κέντρο του Μυλοποτάμου.

- Μα ποια είναι η Πετραδού;

- Πρέπει όλοι να την μάθουν την Πετραδού! Όπως όλοι πρέπει να γνωρίσουν τον Στρατή, τον παιδικό μου φίλο (Τα νιάτα του έφαγε ο Στρατής, στα ξυλουργεία ολημερίς, κατά παράφραση του γνωστού τραγουδιού, για να φτιάξει μιαν απίστευτη αίθουσα και πολλά άλλα).

Σήμερα όμως, το θέμα μου είναι άλλο. Θέλω να σας αποκαλύψω έναν άγνωστο Ρεθεμνιώτη ποιητή, άγνωστο στους περισσότερους τουλάχιστον. Για την ακρίβεια, τον γνωρίζουν δύο ή τρεις το πολύ Ρεθεμνιώτες. Άγνωστος μεν, εξαίρετος τεχνίτης του λόγου όμως. Το όνομά του είναι Γεώργιος Γεωρβασάκης.

Η αποκάλυψη ενός άγνωστου (ή ξεχασμένου) συμπατριώτη μας ποιητή, κρύβει πάντα μιαν ιδιαίτερη συγκίνηση. Είναι σαν να ξεπετάγεται ξαφνικά από το χώμα ένας πίδακας νερού, προορισμένος να ξεδιψάσει ζωντανά πλάσματα.

Ο «ραβδοσκόπος» στον οποίο οφείλω την αποκάλυψη αυτού του πίδακα-Ρεθεμνιώτη ποιητή, είναι ο ανεξάντλητος Μανός Αστρινός.

Ο Γεώργιος Γεωρβασάκης, αυτός λοιπόν διατηρούσε βιβλιοπωλείο και τυπογραφείο στην οδό Αρκαδίου, ακριβώς στο χώρο του μετέπειτα βιβλιοπωλείου Πίσσα. Ίσως διότι ό άνθρωπός αυτός ήταν ο ίδιος ποιητής, στο βιβλιοπωλείο του σύχναζαν οι πνευματικοί άνθρωποι της εποχής. Συμπεριλαμβάνεται και ο Παντελής Πρεβελάκης, με τον οποίο ήταν φίλοι.

Ο στίχος του Γεωρβασάκη, δεν είναι «του ποδαριού». Είναι δυνατός, δεμένος, δουλεμένος με μαστοριά. Τα νοήματα ξεπηδούν σαν πραγματικός πίδακας.

- Αυτό είναι, σκέφτομαι και αναφωνώ. Δεν είναι τυχαίο που ξεπηδούν τόσοι πολλοί ποιητές από μια πόλη που την είπανε «πόλη των γραμμάτων». Στο πείσμα των αιώνων και των εποχών και των πυροτεχνημάτων, σ’ αυτή την πόλη πάντα θα γράφονται ποιήματα!

Ψάχνοντας, μπόρεσα να βρω (εδώ βλέπετε να ξυπνά μέσα μου ο ερευνητής), και να σας παρουσιάσω σήμερα ένα γνήσιο ποίημα του Γεωρβασάκη, επίκαιρο μάλιστα, αφού είναι αφιερωμένο στο φίλο του τον Παντελή Πρεβελάκη. Ιδού!

Στον Παντελή Πρεβελάκη

Ως ν’ άνοιξες την πόρτα Παραδείσου
Κι ήρθαν τ’ αηδόνια και σου κελαιδήσα
Και πήρες το σκοπό που σου κρατήσα
Ωραίε Ποιητή, κι είναι μαζί σου.

Το λόγο κάνοντάς τον για ν’ ανθίσου
Περιποκλάδια σε νερά βουνίσα
Τ’ άνθια κρατάς στα χέρια σου περίσσα
Και βάγια κλείνουν μπρος στην κεφαλή σου.

Χαρά σου και τιμή σου η γεννήτρα
Και αναπνιά σου οι τραχιές Μαδάρες
Κι όπου πατάς και ξεμυτίζουν φύτρα.

Κοσμοπολίτης κι ασκητής, στα χέρια
Γαλήνια μαστορεύεις τις αντάρες
Και φτερουγάς στο Λόγο, περιστέρια.


Πηγή: ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2009

Λίνα Κάσδαγλη: Σφύριγμα ξεχασμένο μες στην άδεια νύχτα φωτεινά παράθυρα που τρέχουν στο σκοτάδι τρένο φορτωμένο ψυχές μες στη μοναξιά...


Το τρένο πάνω από το κοιμητήρι

Σφύριγμα ξεχασμένο μες στην άδεια νύχτα
φωτεινά παράθυρα που τρέχουν στο σκοτάδι
τρένο φορτωμένο ψυχές μες στη μοναξιά,
φορτωμένο με όνειρα που δεν αλήθεψαν ποτέ
κι είναι γι αυτό τ' αληθινότερα όνειρά μας.

Άνθρωποι σκύβουν έξω απ' τα τζάμια
μια στιγμή -πέρασαν- δε μάθαμε τίποτα γι ' αυτούς
μόνο το χέρι τους που μας χαιρέτησε και χάθηκε-
κι άλλοι άνθρωποι κι άλλα χέρια που χαιρετάνε
κι ένα μαύρο σημάδι που βούλιαξε μες στο μαύρο σκοτάδι
ύστερα ένα μικρό φως κι ύστερα τίποτα πια.

Κι οι γραμμές κυλούν αδιάκοπα χωρίς να ξέρουμε το τέλος τους
αδιάκοπα πάνω απ' το κοιμητήρι με τα τρεμάμενα καντήλια
και κάτω στα μνήματα κοιμούνται εκείνοι που είναι
αξεδιάλυτα δεμένοι μαζί μας
κι ονειρεύονται το αιώνιο πέρασμα της ζωής
που είναι τόσο πικρή και σύντομη και ωραία.

Από τη συλλογή: Οι δρόμοι του μεσημεριού(1963)



ΟΧΙ, ΔΕ ΒΡΙΣΚΕΣΑΙ ΣΤΗ ΓΗ

Όχι, Δε βρίσκεσαι στη γη, δεν σ' άγγιξε η φθορά·
σου έκλεισε ο Άγγελος τα μάτια και ξεκίνησες για το
μεγάλο φάος
πάνω από τις αρχαίες θάλασσες που κατοικούσαν οι θεοί
πάνω απ' τις χλωροπράσινες θύμησες των παιδικών σου
χρόνων.

Εγώ μονάχα ξαφνικά βρέθηκα μες στο σκότος
που ούτε ένα αστέρι δεν το γαληνεύει
και μένω ν' αφουγκράζομαι μια πόρτα
που ξέρω ότι δε θ' ανοίξει ποτέ.

Απόσπασμα
Από τη συλλογή Νέκυια(1999)

Πηγή: Εκδόσεις Άγρα


Η Παναγιά της ρεμματιάς

Ο παλιός ζωγράφος νήστεψε πολύ,
έκανε την προσευχή του κατά την ανατολή,
έπιασε με κατάνυξη το πινέλο και χάραξε
τα κερένια χέρια και τα χαμηλωμένα μάτια της
και το στρογγυλό μάγουλο του Βρέφους.

Είχε όμως στα πόδια του ένα σκύλο μ'αγαθή ματιά,
ο κότσυφας σφύριζε τον όρθρο στην ιτιά,
κ' η καλόγρια έβγαζε νερό από το πηγάδι
κ' έψελνε ένα τροπάριο στή Χαριτωμένη.

Ο ζωγράφος έκανε το σταυρό του κ' έγραψε: Μήτηρ Θεού.
Και δεν ήξερε πώς είχε ζωγραφίσει μια μητερούλα ταπεινή,
που σκυμμένη νανουρίζει το μωρό της με ψιλή παιδιάτικη φωνή.

Χωρίς άλλο η Παναγιά σηκώνεται πρωί-πρωί
και γυρνάει τη ρόκα της ως την ώρα που σημαίνει εσπερινός.
Η μια μέρα πλάι στην άλλη πάει στρωτά
σαν τα γράμματα του Οκτώηχου -
κ' η βδομάδα αρχίζει μ' ένα κόκκινο μεγάλο κεφαλαίο:την Κυριακή.)

Χωρίς άλλο το μωρό της παίζει με μια γίδα κανελλιά,
κ' εκείνη το κοιτάζει με πελώρια μάτια εκστατικά,
που δεν πίστεψαν ακόμα ολότελα το μήνυμα του Αγγέλου.

Κι όπως είναι απλή κι ανήξερη, και δε φοβάται το κακό,
λέει στην προσευχή της να γεμίσουνε καρπό oι δαμασκηνιές,
να γιάνουν τα μικρά, που τα πείραξε της καρυδιάς το αγερικό.

Μοναχά την ώρα που μακραίνουν οι ίσκιοι στις γωνιές
απλώνεται και στην άσπρη ψυχή της ο άγνωστος ίσκιος του Σταυρού
και τότε μπορείς ν' ακουμπήσης στην ποδιά της και να φωνάξης σιωπηλά
τον πλούσιο πόνο, τον ατέλειωτο καημό του κόσμου,
το μεγάλο σου φόβο,το μεγάλο φόβο της αγάπης...

Κ' η Παναγιά θα σε νανουρίζη, μαζί με το μωρό της, χωρίς να μιλά...

Πηγή: Μυριόβιβλος


Πέθανε σε ηλικία 88 χρόνων η Λίνα Κάσδαγλη, ποιήτρια και μεταφράστρια.

Η κηδεία της θα γίνει την Πέμπτη 20 Αυγούστου, στις 3 μ.μ., από το Β' Νεκροταφείο Αθηνών.

Η Λίνα Κάσδαγλη γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1921από γονείς εκπαιδευτικούς. Φοίτησε στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Γαλλικό Ινστιτούτο, ενώ έμαθε και την αγγλική γλώσσα σε επίπεδο διδασκαλίας. Ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη μετάφραση και με την επιμέλεια βιβλίων. Με τη λογοτεχνία πρωτοασχολήθηκε στο πλαίσιο της «Διάπλασης των Παίδων» (με το ψευδώνυμο «Ροζελάντια"), στις δραστηριότητες της οποίας συμμετείχε από νωρίς. Το 1943 πρωτοεμφανίζεται με τη δημοσίευση ενός ποιήματος του Ch. Peguy στη «Νέα Εστία», όπου δημοσίευσε ένα χρόνο αργότερα και πρωτότυπους στίχους της. Το 1952 κυκλοφόρησε η πρώτη ποιητική συλλογή της, με τίτλο «Ηλιοτρόπια». Εκτός από τη «έα Εστία», συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Παλμός», «Ο Στάχυς» και «Εποχές», Τα «Νέα Ελληνικά». Έργα της μεταφράστηκαν στα αγγλικά, τα γερμανικά, τα ιταλικά και τα βουλγαρικά. Ήταν επί πολλά χρόνια υπεύθυνη του περιοδικού του Σώματος Ελληνίδων Οδηγών ("Η Οδηγός"), όπου υπέγραφε την πολύ επιτυχημένη στήλη επικοινωνίας με τις νεαρές αναγνώστριες με την υπογραφή «Θεία Νεραντζούλα».

Έλαβε επίσης μέρος σε επιτροπές για τη σύνταξη σχολικών βιβλίων (υπουργείο Παιδείας, Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). Ήταν παντρεμένη με τον συγγραφέα Εμμ. Χ. Κάσδαγλη, με τον οποίο απέκτησε τρία παιδιά.

Εκδήλωσε την αντίθεσή της στη χούντα υπογράφοντας το κείμενο διαμαρτυρίας δεκαοκτώ συγγραφέων, τον Απρίλιο του 1969, μαζί με τους Μιχαέλα Αβέρωφ, Αλέξανδρο Αργυρίου, Θανάση Βαλτινό, Γιώργο Γεραλή, Ιάσονα Δεπούντη, Λιλή Ιακωβίδη, Παντελή Καλιότσο, Νίκο Κάσδαγλη, Φώντα Κονδύλη, Αλάξανδρο Κοτζιά, Μένη Κουμανταρέα, Κωστούλα Μητροπούλου, Ρόδη Ρούφο, Κώστα Ταχτσή, Καίη Τσιτσέλη και Θ.Δ. Φραγκόπουλο, καθώς και με τη συμμετοχή της στη συλλογική έκδοση «Δεκαοκτώ κείμενα» (1970) που επακολούθησε. Πρόκειται για το πρώτο αντιστασιακό βιβλίο, που εκδόθηκε τον Ιούλιο του 1970. Κείμενά του μεταφράστηκαν αμέσως σε άλλες γλώσσες και δημοσιεύθηκαν στον ξένο Τύπο, ενώ κυκλοφόρησε αγγλική έκδοση ολόκληρου του τόμου δύο χρόνια αργότερα.

Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ

Τρίτη 7 Ιουλίου 2009

Xuan Bello: Το σούρουπο έφερε μοναξιά, παλιούς ξαναδιαβασμένους στίχους με πάθος πια προσποιητό. Μουχλιασμένους στίχους παλιούς που επαναλαμβάνω εδώ..


ΜΙΣΟΤΕΛΕΙΩΜΕΝΟ ΠΟΙΗΜΑ

Εγώ, που δεν πιστεύω πια σε ό,τι γράφω,
που λέω ψέματα όταν μιλώ για την απόχρωση
αυτών που έχουν σημασία, εγώ, στα εικοσικαιβάλε
χρόνια της ζωής μου, στο Οβιέδο, δηλώνω
πως δίκιο έχουν τα πράγματα που ξεφεύγουν,
ο καπνός του τσιγάρου, ο αέρας που αναπνέω,
η ζωή που μου φεύγει μέσα απ’ τα χέρια
σα νερό σε πανέρι.
Εγώ, που κρυώνω απόψε
και μαντεύω εκεί μακριά, απομονωμένο,
το φως σ’ ένα παράθυρο κάποιας που δεν με περιμένει,
εγώ, που έκανα όλα όσα ήθελα,
και έκανα όλα όσα δεν ήθελα,
εγώ έχω για προορισμό μου το άγνωστο
και για παρελθόν τη νοσταλγία
όσων δεν έζησα.
Σιωπηλά έφερα τη σκέψη μου στη σιωπή.
Την επίφοβη και σκεφτική σιωπή, αμείλικτη
όταν κάποιος περιμένει μια λέξη από μένα
(εγώ δε σκέφτομαι τίποτα, κοιτώ το ταβάνι, αποκοιμιέμαι
και ονειρεύομαι τις απίθανες ζωές που διαισθάνομαι).
Σιωπηλά έφερα τη σκέψη μου σε σένα και στη ζωή μου
σε σένα, γιατί σε χάνω και τραγουδώ
εκείνο που πρόσμενα να έχω και δεν έχω.
Το ξέρω εγώ το φως σε ένα παράθυρο, τη νύχτα,
και το πλάσμα που βρίσκει απάγκιο στο φως αυτό, γλυκό
και ξανθό σαν το φως του ήλιου στο σιτάρι.
Την ξέρω εγώ τη δειλία που φέρνουν τα χρόνια
και το πόδι που σκοντάφτει στα χαλιά
και το ον που άστοχα, άκαιρα, μπαίνει εντός μου
και δε θέλει πια να βγει ποτέ. Εγώ, ο Ζουάν Μπέγιο,
που έχω περάσει τη ζωή μου διαβάζοντας βιβλία
που θέλησα να ζήσω απ’ αυτή την πλευρά του καθρέφτη
(εδώ πια ζωή δεν υπήρχε),
εγώ, που γνωρίζω τη θάλασσα απ’ αυτά που γράφω,
και το φως της ημέρας απ’ αυτά που έχουν γράψει άλλοι,
εγώ υπήρξα ευτυχής και υπήρξα δυστυχής, με αγάπησαν και
αγάπησα
και έναν έρωτα που πλέκει μεταξύ τους ματιές με έννοιες.
Περπατώ στο δρόμο και κοιτώ τα πρόσωπα του κόσμου.
Τα πρωινά, στα μικρομάγαζα του Pumarín
(όπου μπορείς να αλλάξεις δυο κουβέντες για ένα σκόντο
πέντε τοις εκατό)
μίλησα όλο ευγένεια, καλούς τρόπους, ζήτησα να μην είναι
επώδυνη η ζωή.
Όμως το σούρουπο μπήκε καλπάζοντας στη ζωή μου
σα γέρικο άλογο που τρέχει για να μη σταματήσει,
το σούρουπο μπήκε με γκρίζα φώτα και δίχως ψιχάλα.
Το σούρουπο έφερε μοναξιά, παλιούς ξαναδιαβασμένους
στίχους
με πάθος πια προσποιητό. Μουχλιασμένους στίχους παλιούς
που επαναλαμβάνω εδώ
προσποιούμενος πάθος, προσποιούμενος έρωτα,
προσποιούμενος πως είμαι
τα λόγια που λέω.
Υπήρξαν πλοία που είδα στο λιμάνι χωρίς ποτέ να
επιβιβαστώ.
Υπήρξαν έρημοι που διέσχισα, στους χάρτες, με το δάχτυλο.
Υπήρξαν γυναίκες που αγάπησα, με έναν έρωτα βουβό,
και που συνέχισαν να τραβούν το δρόμο τους,
δίχως να με δουν

Η ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ

Είμαι το απόγεμα εκείνο ανάμεσα σε πολλά απογέματα,
εκείνο που κρύβει από την παιδική ηλικία
ένα λαβύρινθο από βροχή και ήλιο.
Είμαι η σιωπή μιας κάμαρης,
εδώ και χρόνια, όπου γράφω ανώφελα.
Είμαι όλες οι μέρες που πέρασα προσμένοντας
μακριά, πολύ μακριά απ’ τη θάλασσα.
Είμαι το ξερό φύλλο που εγώ ο ίδιος μάζεψα,
εκείνο που μετά λησμόνησα,
ανάμεσα στις σελίδες ενός άγραφου βιβλίου.
Είμαι κάποιοι στίχοι του Ζεράρ ντε Νερβάλ,
δικαιολογία σήμερα για τη ζωή μου.
Είμαι το ρόδο που μούσκεψε η βροχή,
μυστικό κι εφήμερο, απόμακρο.
Είμαι η φωνή του ποταμού, κρυμμένη
πίσω από τις φλαμουριές της παιδικής ηλικίας.
Είμαι η ματιά, τρομερή και ξένη,
του Βίνσεντ βαν Γκογκ.
Είμαι τα πράγματα που φεύγουν,
αυτά που δε μένουν.
Είμαι, φευγαλέα, οι στίχοι ετούτοι.
Κι είμαι και εσύ κι εκείνος ο τρίτος
που θα διορθώνει αύριο τούτους τους στίχους.
Είμαι το συμβολικό και θλιμμένο αυτό απόγεμα,
αυτό που για πάντα φυλάει
τη νύχτα στο σπίτι.

Xuan Bello
Μετ. Νίκος Πρατσίνης

Ο Ζουάν Μπέγιο γεννήθηκε στο Πανιθέιρος (Τινέο, Αστούριας) το 1965. Διέμεινε μεγάλο χρονικό διάστημα της παιδικής του ηλικίας στην Τουδέλα Βεγίν ενώ, έφηβος πλέον, έφυγε πηγαίνοντας να ζήσει στο Οβιέδο στου οποίου το πανεπιστήμιο παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας. Το 1982 δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο με ποιήματα, με τον τίτλο Nel cuartu mariellu, το οποίο είχε συγγράψει σε ηλικία 16 ετών. Από τότε δεν έπαψε να δημιουργεί ένα πολύπλευρο λογοτεχνικό έργο στο χώρο της ποίησης, του δοκιμίου, της πεζογραφίας και της δημοσιογραφίας. Υπήρξε συνιδρυτής κάποιων αστουριανικών λογοτεχνικών περιοδικών, όπως το Andréi και το Zimbru, καθώς και συνεργάτης του Lletres asturianes και του Clarín. Ανήκει στη λεγόμενη «δεύτερη γενιά του Surdimientu» (δηλ. της δεύτερης «βουβής» μεταπολεμικής -λόγω φρανκισμού- γενιάς, στμ.) και υπήρξε ενεργό μέλος της λογοτεχνικής ομάδας Óliver. Είναι συντάκτης του εβδομαδιαίου φύλλου Les noticies, στο οποίο τακτικά δημοσιεύει άρθρα. Ο Ζουάν Μπέγιο είναι, χωρίς αμφιβολία, από τους πλέον σημαίνοντες συγγραφείς στην αστουριανή γλώσσα, καθώς και ο συγγραφέας που έχει επιτύχει την περισσότερη προβολή σε ολόκληρη την Ισπανία, με αξιοσημείωτες επιτυχίες, στο κοινό και την κριτική, με βιβλία όπως το Historia universal de Paniceiros και το Los cuarteles de la memoria, τα οποία έχει ο ίδος μεταφράσει στα καστιλιάνικα και συγκεντρώσει στην έκδοση με τον τίτλο Paniceiros (2004).


Πηγή: Instituto Cervantes de Atenas

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2009

Νίκος Λυγερός! Η θάλασσα είναι η μοίρα μας. Και η Μαύρη Θάλασσα η μαύρη μοίρα μας.


Νίκος Λυγερός: Sur le rivage, aux côtés du couple de Vincent

Η θάλασσα είναι η μοίρα μας.
Και η Μαύρη Θάλασσα η μαύρη μοίρα μας.
Νίκος Λυγερός

Η ποίηση και η λογοτεχνία μεταφράζονται;

Το θέμα είναι αν μεταφράζεις λογοτεχνία ή τα νοητικά σχήματα της λογοτεχνίας. Για το πρώτο, δεν το πιστεύω, για το δεύτερο νομίζω πως ναι. Όταν είσαι γνώστης ενός συγγραφέα, μπορείς να μεταφράσεις τα νοητικά του σχήματα. Όλη η λογοτεχνία δεν είναι δύσκολη. Το να μεταφράσεις Μαλαρμέ είναι πολύ δύσκολο, το να μεταφράσεις Βρεττάκο είναι πολύ εύκολο, το να μεταφράσεις Καμύ είναι πολύ εύκολο. Λεξιλόγιο πολύ χαμηλό, αλλά το πρόβλημα είναι τα σχήματα, είναι δύσκολο να μεταφράσεις το υπόβαθρο. Το να μεταφράσεις το «Άξιον Εστί» του Ελύτη γίνεται, αλλά με ποιο αποτέλεσμα; Πως ο άλλος μπορεί να νιώσει τι θα πει Αλβανικό Έπος; Το να μεταφράσεις το «Στο περιγιάλι το κρυφό» του Σεφέρη είναι πολύ πιο εύκολο μερικές φορές γιατί είναι λίγο εκτός ελληνικού πλαισίου. Έχει σχέση όχι μόνο με την λογοτεχνία, δείτε τον Αγγελόπουλο στον κινηματογράφο, μεταφράζεται γιατί δεν λέει σχεδόν τίποτα λεκτικά, είναι της εικόνας. Αντίθετα ο Μπέργκμαν μεταφράζεται δύσκολα, φέρει πολύ την νοοτροπία της Σκανδιναβίας.

Ας πούμε για τον Ντοστογιέφσκι, τον διαβάζω στα γαλλικά γιατί την περίοδο που γράφει, η γαλλική γλώσσα είναι πολύ ανεπτυγμένη στη Ρωσία και μέσα υπάρχουν ολόκληρες εκφράσεις στα γαλλικά. Σαν Έλληνας ξέρεις τον Ντοστογιέφσκι με ένα ύφος που είναι καλύτερο απ' ό,τι τον ξέρει ο Καμύ. Ο Καμύ όταν γράφει τους «Δίκαιους» που αφορά τη Ρωσία (1905) έχει ένα γαλλικό ύφος. Έχω ανεβάσει το συγκεκριμένο έργο στο θέατρο προσθέτοντας σκηνές με ύφος ρωσικό της συγκεκριμένης εποχής, τι σημαίνει να είσαι δούλος, τι σημαίνει να είσαι ορθόδοξος για τα δεδομένα εκείνα, να μπορεί να σε «καθαρίζει» ο καθένας μόνο επειδή είσαι χωρικός. Αυτό δεν φαίνεται όμως τόσο πολύ στον Καμύ. Φαίνονται τα «οστά» της δομής αλλά δεν φαίνεται η σάρκα. Εμείς το καταλαβαίνουμε καλύτερα από τους Γάλλους γιατί η αισθητική μας μοιάζει, μοιάζουν τα «χρώματα».

Δυστυχώς, αν και η γραφή του Καμύ είναι σχετικά εύκολη, ίσως σε σχέση με τον Σάρτρ που έχει δύσκολη γραφή και θα είχες και αυτό το πρόβλημα στη μετάφραση. Δυστυχώς, συχνά ο μεταφραστής δεν έχει το νοητικό επίπεδο του συγγραφέα και επειδή η γλώσσα είναι εύκολη μπορεί να θεωρήσει πως και η σκέψη είναι εύκολη. Επειδή δεν έχω διαβάσει ελληνική μετάφραση του Καμύ, καμιά φορά λέω: «Αυτό το πράγμα δεν το έχει γράψει ποτέ ο Καμύ» που μπορεί να έχει μείνει σε άτομα που το έχουν διαβάσει μεταφρασμένο.


Συνέντευξη στον Κώστα Ονισένκο

Αδυνατούμε να αναφέρουμε όλους τους τομείς δράσης του 38χρονου Νίκου Λυγερού. Το πρώτο στοιχείο που αναφέρει συνήθως κάποιος μιλώντας για αυτόν είναι ο υψηλός δείκτης νοημοσύνης που τον καθιστά τον ευφυέστερο Έλληνα στον κόσμο. Το 189 IQ του κ. Λυγερού είναι σχεδόν διπλάσιο από ενός μέσου ανθρώπου. Παίζει σκάκι από 2 (!) ετών, είναι καθηγητής μαθηματικών στη Λυών, επισκέπτης καθηγητής στη Θράκη όπου διδάσκει θεωρία ομάδων και ιστορία και φιλοσοφία των μαθηματικών, επισκέπτης καθηγητής στην Αθήνα όπου διδάσκει επιστημολογία, βιοηθική και κυβερνητική. Είναι καθηγητής στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας και στην Αστυνομική Ακαδημία. Είναι expert μετάφραστης -διερμηνέας στα γαλλικά δικαστήρια, έχει εκδώσει λογοτεχνικά βιβλία και ποιητικές συλλογές ενώ γράφει και σκηνοθετεί θεατρικές παραστάσεις. Είναι λάτρης και μαχητής της Κύπρου, στην οποία κατέχει και τη θέση στρατηγικού συμβούλου.

Στις τρεις ώρες συνομιλίας ο κ. Λυγερός έδωσε πολλά στοιχεία για τον εαυτό του και την ευφυΐα. Μίλησε για την επιστήμη και την τέχνη, για τα μαθηματικά και τη θρησκεία, για την πολιτική και τη διπλωματία, για τις σχολικές παρελάσεις και τη σημαία και βέβαια δεν παρέλειψε τη μεγάλη του αγάπη: την Κύπρο.

Καθημερινή

Κυριακή 12 Απριλίου 2009

Montero: Οι λέξεις είναι καράβια... Αν ο έρωτας, όπως όλα, είναι ζήτημα λέξεων, πλησιάζοντας το κορμί σου δημιουργήθηκε μια γλώσσα.


Φωτό: G.Crie
Ο έρωτας

Οι λέξεις είναι καράβια
και χάνονται έτσι, από στόμα σε στόμα,
όπως από ομίχλη σε ομίχλη.
Φέρνουν την πραμάτεια τους στις συνομιλίες
χωρίς να βρίσκουν ένα λιμάνι,
τη νύχτα που τις βαραίνει, σαν μια άγκυρα.

Πρέπει να συνηθίσουν να μεγαλώνουν
και να ζουν με υπομονή ξύλου
φθαρμένου από τα κύματα,
που έχει φαγωθεί, ενώ μουσκεύεται αργά,
μέχρι η συνηθισμένη μποτίλια
να φτάσει στη θάλασσα και να τις βυθίσει.

Γιατί η ζωή μπαίνει στις λέξεις
όπως η θάλασσα σ' ένα καράβι,
καλύπτει με χρόνο το όνομα των πραγμάτων
και οδηγεί στη ρίζα ενός επιθέτου
στον ουρανό μιας ημερομηνίας,
στο μπαλκόνι ενός σπιτιού,
στο φως μιας πόλης καθρεφτισμένης σ' ένα ποτάμι.

Γι αυτό, ομίχλη στην ομίχλη,
όταν ο έρωτας εισβάλλει στις λέξεις,
χτυπά στους τοίχους, σημαδεύοντάς τους
με τα σημάδια μιας προσωπικής ιστορίας
κι αφήνει στο παρελθόν των λεξιλογίων
αισθήσεις ψύχους και ζέστης,
νύχτες που είναι η νύχτα,
θάλασσες που είναι η θάλασσα,
μοναχικούς περιπάτους μ' επιμήκυνση της φράσης
και τρένα κρατημένα και τραγούδια.

Αν ο έρωτας, όπως όλα, είναι ζήτημα λέξεων,
πλησιάζοντας το κορμί σου δημιουργήθηκε μια γλώσσα.

Luis García Montero
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Τετάρτη 8 Απριλίου 2009

Teresa Gómez:...λέξεις πικρές σαν την απόσταση λέξεις φιλί που στεγνώνουν τα δάκρυά μου, λέξεις τρυφερές σαν τα χείλη σου στα μαλλιά μου...




Λέξεις στο δέρμα

Στη Silvia

Λέξεις σιωπή για ξεκούραση,
λέξεις καράβι που πλέουν στα όνειρά μου,
λέξεις ελεύθερες να με ξεσηκώνουν,
λέξεις δύναμη στη ρημαγμένη καρδιά μου,
λέξεις πικρές σαν την απόσταση
λέξεις φιλί που στεγνώνουν τα δάκρυά μου,
λέξεις τρυφερές σαν τα χείλη σου στα μαλλιά μου,
λέξεις φως που φωτίζουν το πεπρωμένο μου,
λέξεις γέλιο,
χάρισέ μου λέξεις.

Μίλα μου
μακρινός,
ισχυρός,
έμπιστος.

Φέρε μου με το στόμα σου την ελπίδα.

Δώσε μου τη φωνή σου, αγάπη μου,
για να περάσω την αδιαπέραστη γέφυρα της ζωής.

Teresa Gómez
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Κυριακή 5 Απριλίου 2009

Javier Egea: Γιατί, παρ' όλα αυτά γίναμε φίλοι και κρατήθηκα σταθερός χάρη σε σένα, ποίηση, χωριουδάκι οπλισμένο κόντρα στη μοναξιά.


Ποιητική

Στην Aurora de Albornoz

Αλλά ήταν απογυμνωμένος. Κι εγώ του χαμογελούσα.
Juan Ramón Jiménez

Ήρθε πρώτα επιπόλαιη - εγώ παιδί μ' αυτιά -
και μας έβαλε στα δάχτυλα ένα όνειρο ελπίδας
ή κάποια διαστροφή: στα πέπλα της και στο χορό της
εφάρμοζαν οι συλλαβές, οι ρυθμοί, οι λαγόνες.

Αλλά θελήσαμε το κορμί της πάνω στους σκουπιδότοπους
Επειδή επίσης τα ρούχα της λεκιάστηκαν στην αργοπορία
του φωτός και της ελευθερίας: αυτή η τρυφερή εκδίκηση
που την έφερε στους δρόμους και στα φυλακισμένα φεγγάρια.

Στη συνέχεια μας επισκεπτόταν με περίεργα παλτά,
αλλά ήταν γυμνή κι εγώ της χαμογελούσα
με το νέο χαμόγελο της συνενοχής.

Γιατί, παρ' όλα αυτά γίναμε φίλοι
και κρατήθηκα σταθερός χάρη σε σένα, ποίηση,
χωριουδάκι οπλισμένο κόντρα στη μοναξιά.

Javier Egea
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Javier Egea (*Granada; 1952 - 1999), considerado uno de los poetas españoles más importantes de los años ochenta y fue uno de los padres del movimiento poético La otra sentimentalidad junto con Luis García Montero y Álvaro Salvador Jofre. Consiguió, entre otros premios literarios, el «Antonio González de Lama» por su libro Troppo Mare y el «Premio Internacional de poesía Juan Ramón Jiménez» por Paseo de los Tristes.

En sus círculos cercanos era conocido como "Quisquete".

Publicó muy pocos libros de poesía: Serena luz del viento (1974), A boca de parir (1976), Troppo Mare (1980), Paseo de los tristes (1982, tal vez su obra más representativa), La otra sentimentalidad (1983, junto a Luis García Montero y Álvaro Salvador, Argentina 78 (1977, pero editado en 1983 por «La Tertulia»), y Raro de Luna (1990).

Gran admirador de Rafael Alberti, también publicó, junto a Luis García Montero, en 1982, el librito Manifiesto albertista, que ambos leyeron en presencia del poeta gaditano en el local «La Tertulia», en 1982.

Al morir, dejó incompleto un libro que al parecer iba a titularse Los sonetos del diente de oro, los cuales fueron publicados en 2006 por la editorial I&CILE, con reproducción en facsímil.

Javier Egea no fue un poeta 'académico' sino que más bien fue un poeta a pie de calle, que vivió en íntima relación con la poesía. Comprometido con la izquierda, su poesía puede ponerse en relación con las teorías literarias desarrolladas por el catedrático de la Universidad de Granada, Juan Carlos Rodríguez Gómez.

Participó en numerosos actos culturales y políticos (recitales poéticos por toda España, y en Cuba y Argentina), y realizaba actuaciones musicales y poéticas con la actriz argentina Susana Oviedo, con textos de García Lorca, Alberti y María Teresa León, Bertolt Brecht o Garcilaso de la Vega. Fue también guía de la Casa-museo de Federico García Lorca en la Huerta de San Vicente de Granada.

Javier Egea se quitó la vida en su ciudad, el jueves 29 de julio de 1999.

Πηγή βιογραφίας: Wikipedia

Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

Με πονάει το ποίημα, αδελφέ μου. Με πονάει... Κι έξω να βρέχει λύπηση σαν άστρα σε αχυρώνες, Στα κενά λόγια που έξαφνα τα ερήμωσε ο θεός.


ΣΤΗ ΓΗ ΤΟΥ ΚΑΝΕΝΟΣ

Με πονάει το ποίημα, αδελφέ μου.
Με πονάει.
Πονάει σαν μέσα του αντηχήσει
κάτεργου σιωπή.
Και το τριζόνι στο ρολόι κι ο χρόνος
που περνάει...

Κι έξω να βρέχει λύπηση σαν άστρα
σε αχυρώνες,
Στα κενά λόγια που έξαφνα τα
ερήμωσε ο θεός.

Κι εσύ όλο να οπισθοχωρείς στη γη
του κανενός.
Για τη σιωπή, για τη σιωπή, που
εντός της έχει πάψει,
κούφιο του ανθρώπου δεκανίκι,
ο λόγος να βροντάει.

Milan Rúfus (1928-2009)
Μετάφραση Κάρολος Τσίζεκ


V ΖΕΜΙ ΝΙΚΟΗΟ

Boli ma bαsen, brat moj.
Boli ma.
Galejne mlcanie v nej
zaznieva a boli.
Α cas a cas a cvrcek
v hodinach...

Α vonku prsi stesk jak hviezdy
na stodoly,
na prazdne, bohom vyl'udnene
slova.

Α d'alej cu'vas v zemi
nikoho.
Pre ticho, ticho, v
ktorom nedun£
slovo, ta duta barla
clovekova.

Milan Rúfus (1928-2009)
Σλοβακία


Το διαβατήριο της Παρασκευής
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 27/03/2009


Ο Σλοβάκος Milan Rúfus (Δεκέμβριος 10, 1928 – Ιανουάριος 11, 2009), υπήρξε ποιητής, δοκιμιογράφος, συγγραφέας παιδικών βιβλίων και ακαδημαϊκός.

Γεννήθηκε στη Závažná Poruba, στην περιοχή της Zilina. Ως φοιτητής στην Faculty of Arts at Comenius University στην Bratislava σπούδασε Σλοβακική Γλώσσα, Λογοτεχνία και Ιστορία. Από το 1952-1989 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο την ιστορία της Σλοβακίας και Τσεχική λογοτεχνία. Από το 1971-1972 δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Νάπολης. Ως συνταξιούχος το 1990 ζούσε με την οικογένειά του στην Bratislava. Πέθανε σε ηλικία 80 ετών στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Bratislava.

Ο Rufus δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα τη δεκαετία του 1940 και την πρώτη του συλλογή, Az dozrieme("Στην ωριμότητα") το 1956. Ακολούθησαν ακόμα 20 βιβλία ποίησης. Ένα παιδικό βιβλίο του το Modlitbičky ("Μικρές Προσευχές") έχει χαρακτηριστεί το πιο επιτυχημένο του έργο. Προς το τέλος της ζωής του, δημοσιεύεται επίσης το Basen («Ποίημα και χρόνος") και το Vernosť ("Πίστη").

Σε ένα βιβλίο δοκιμίων, Človek, čas a tvorba( "Ανθρώπινα, Χρόνος και Δημιουργία"), εξετάζει τα ζητήματα της ποίησης και της σχέσης της με την αλήθεια, την πατρίδα και το χρόνο.

Βραβεία και αναγνώριση
Ο Rufus, του οποίου τα έργα έχουν μεταφραστεί σε 15 γλώσσες, ήταν υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας τρεις φορές από το 1991. Υπήρξε ο πρώτος νικητής του Βραβείο Ποίησης της διεθνούς διάσκεψης κορυφής στο Crane, το 2008. Τα ποιήματα πρόκειται επίσης να μεταφραστούν στα κινέζικα.

Πηγή: Αγγλική Wikipedia
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Montejo:Η ποίηση διασχίζει μόνη τη γη, υποστηρίζει με τη φωνή της τον κόσμο που πονά και δεν ζητά τίποτα ούτε καν λόγια... έχει το κλειδί της πόρτας.


Foto: GORKA LEJARCEGI - El país

ΓΡΑΦΗ

Κάποια φορά θα γράψω με πέτρες,
μετρώντας κάθε μια απ' τις φράσεις μου
κατά βάρος, όγκο, κίνηση.
Κουράστηκα απ' τα λόγια.

Όχι άλλα μολύβια: ικριώματα, θεοδόλιχοι,
ηλιακή γύμνια του αισθήματος
σχεδιασμένου στα βάθη των βράχων
της μυστικής μουσικής του.

Θα σχεδιάσω με γραμμές στα βότσαλα
τ' όνομά μου, την ιστορία του σπιτιού μου
και τη θύμηση εκείνου του ποταμού
που ρέει πάντα αργοπερνώντας
μέσα στις φλέβες μου σαν σοφός αρχιτέκτονας.

Με πέτρα ζωντανή θα γράψω το τραγούδι μου
σε αψίδες, γέφυρες, δολομίτες, κολώνες,
απέναντι απ' τη μοναξιά του ορίζοντα,
σαν ένα χάρτης που ανοίγεται μπροστά στα μάτια
των ταξιδιωτών που δεν επιστρέφουν ποτέ.

*θεοδόλιχος: όργανο που χρησιμοποιείται για μετρήσεις γωνιών στην αστρονομία και στην τοπογραφία.

Η ΠΟΙΗΣΗ

Η ποίηση διασχίζει μόνη τη γη,
υποστηρίζει με τη φωνή της
τον κόσμο που πονά
και δεν ζητά τίποτα
ούτε καν λόγια.

Έρχεται από μακριά και χωρίς ώρα,
ποτέ δεν ειδοποιεί·
έχει το κλειδί της πόρτας.
Μπαίνοντας σταματά πάντα να μας κοιτάξει.
Μετά ανοίγει το χέρι της και μας δίνει
ένα λουλούδι ή ένα βότσαλο, κάτι μυστικό,
αλλά τόσο έντονο που η καρδιά πάλλεται
πολύ γρήγορα. Και ξυπνάμε.

Eugenio Montejo
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Ο σημαντικότατος Βενεζολάνος ποιητής και δοκιμιογράφος Eugenio Montejo, γεννήθηκε στο Caracas το 1938 και υπήρξε ένας από τους διανοούμενους Βενεζολάνους με την μεγαλύτερη ακτινοβολία, διεθνώς. Ο Eugenio Montejo χάθηκε πρόωρα στα 70 του, τον Ιούνιο που πέρασε από την γνωστή ασθένεια, που τον βασάνισε αρκετό καιρό. Η Βενεζουέλα θρήνησε τον αγαπημένο της ποιητή, αλλά το ίδιο συνέβη και σ' όλον τον κόσμο όπου η ποίησή του αγαπήθηκε πολύ. Ο ίδιος έλεγε: «Ο θάνατος είναι πάντα εκεί, χωρίς απόσταση... στην ίδια απόσταση σ' ολόκληρη τη ζωή.» Ελάχιστους μήνες πριν πεθάνει, τον Φλεβάρη δηλαδή, παραχώρησε μια συνέντευξη στην εφημερίδα EL PAIS, στον δημοσιογράφο JAVIER RODRIGUEZ MARCOS, η οποία έκανε το γύρο του κόσμου και την οποία θεωρώ πολύ σημαντική και ενδεικτική του μεγαλείου του ποιητή, ο οποίος συμμετέχει με την ποίησή του και τη στάση ζωής του, στα βάσανα της πατρίδας του και του κόσμου. Έκρινα σκόπιμο ότι αξίζει να υπάρχει και στα ελληνικά, ως φάρος φωτεινός, που μέσα από την ποίησή του και τα λόγια του, θα ακτινοβολεί για πάντα. Κι όπως του λένε στη γλώσσα του:
Q.E.P.D. Que en paz descanse! Ας αναπαυθεί εν ειρήνη!

"Ο Chavez παραβιάζει την σημασία των λέξεων."

"Η γη περιστράφηκε για να μας φέρει πιο κοντά,
γύρισε γύρω απ' τον εαυτό της και γύρω από μας,
για να πλησιάσουμε τελικά μαζί σ' αυτό το όνειρο."

Στην ταινία «21 γραμμάρια», ο Sean Penn απάγγειλε αυτά τα λόγια στην Naomi Watts σ' ένα κομψό εστιατόριο. Ο Penn χρησιμοποιεί τα λόγια του ποιητή που όπως είπε, είναι ο «αγαπημένος του ποιητής». Αυτός ο ποιητής λοιπόν, είναι ο Eugenio Montejo, από την Βενεζουέλα που δυστυχώς χάσαμε πρόσφατα, στα 69 χρόνια του, από καρκίνο. Ο ποιητής λίγο πριν πεθάνει δημοσίευσε το βιβλίο El cuaderno de Blas Coll(Αυτό το βιβλίο δημιουργήθηκε από αποσπάσματα σημειωμένα σ' ένα καφέ παλιό τετράδιο από τον Blas Coll, έναν τυπογράφο που έφτασε στο «Κακό Λιμάνι», περιοχή που βρίσκεται στον «Κόλπο της Θλίψης»).

Ο Montejo θυμάται ότι η πρώτη είδηση που είχε για την ταινία ήταν από τον Guillermo Arriaga και τον Alejandro Gonzalez Inarritu, που έδωσαν στην ποίησή του μια δημοτικότητα σπάνια για το είδος: "Πήρα ένα e-mail στο οποίο ένας νεαρός μου είπε ότι επρόκειτο να χρησιμοποιήσουν μερικούς στίχους μου. Σκέφτηκα ότι θα είναι τίποτα πανεπιστημιακοί. Λίγο αργότερα, μου είπαν ότι σε μια ταινία του Hollywood αναφέρονταν σ' έναν ποιητή της Βενεζουέλας. Ο νεαρός που μου είχε γράψει το μήνυμα αυτό ήταν ο Arriaga, ο οποίος στη συνέχεια μου είπε ότι για τον Penn ήταν απίστευτα δύσκολο να προφέρει Eugenio(Εουχένιο). Ο ήχος του jota(χότα) είναι ένα βασανιστήριο για τους Αγγλοσάξονες. Στο Λονδίνο, μια καθηγήτρια, μου είπε: «Καλύτερα να σε αποκαλώ Jeremy."

Η μνήμη του δημιουργού από το Καράκας φεύγει από το σινεμά και σκοντάφτει στο το ψωμί που είναι στο τραπέζι. Ο πατέρας του ήταν φούρναρης και είχε καταφύγιο εκεί. "Με εντυπωσίαζε," λέει, "υπήρχε αλεύρι παντού, η τελετουργία μέχρι να μπει το ψωμί στον κόκκινο-ζωηρό φούρνο, το αίσθημα ευθύνης προς αυτούς τους ανθρώπους, που εργάζονται όλη τη νύχτα. Αυτό υπήρξε το λογοτεχνικό εργαστήρι μου". Το λέει ενώ παρατηρεί με προσοχή το μενού που σερβίρει η Φοιτητική Εστία σε πιάτα σχεδιασμένα από τη Laura Garcia Lorca. «Εδώ το φαγητό ανακαλεί μνήμη», είπε ο Montejo. «Είναι σίγουρο ότι αυτός ο μπακαλιάρος θα άρεσε στον Χουάν Ραμόν».

Μεταξύ πλάκας και πιάτου, ο ποιητής θυμάται επίσης την ανακάλυψη που σημάδεψε την παιδική του ηλικία, το αλφάβητο: «Με συνάρπαζε ότι το σύμπαν χωρούσε σε 28 χαρακτήρες» . Και θυμάται πάντα την αντίδραση ενός κουρέα στη γειτονιά του, τα χρόνια που ήταν διπλωμάτης στη Λισαβόνα, όταν αποκάλεσε έναν πολιτικό αναλφάβητο, "Μη μιλάτε άσχημα για τους αναλφάβητους. Αυτοί επινόησαν τη γραφή."

Τα φαγητό καταλήγει σ' ένα καθαρισμένο πορτοκάλι, και η συζήτηση, στην πολιτική. Στην πραγματικότητα ο συγγραφέας της κλασικής λογοτεχνίας της Λατινικής Αμερικής σαν αντίο στον 20ο αιώνα θα προτιμούσε να συνεχίσουμε να μιλάμε για ποίηση, αλλά δεν ξεγλίστρησε όταν ρωτήθηκε για την κυβέρνηση της χώρας του: "Υπάρχει ένας χρυσός κανόνας της διπλωματίας: δεν μιλάς για εσωτερικά θέματα της χώρας σου, όταν βρίσκεσαι έξω απ' αυτήν. Εάν μου επιτρέπεται είναι επειδή ήταν η ίδια η κυβέρνηση, η οποία, κατά την περίφημη σύνοδο κορυφής στη Χιλή, αποκάλεσε φασίστες τους φοιτητές. Ο Chavez παραβιάζει όλους τους κανόνες, αρχής γενομένης από την σημασία των λέξεων. Όταν οι φοιτητές πορεύτηκαν ειρηνικά στην Εθνοσυνέλευση τους περίμεναν ένοπλοι μοτοσικλετιστές. Δεν είναι ίδιοι με τους Ιταλούς φασίστες;" Για τον Eugenio Montejo η «ατέλειωτη ικανοποίηση» δεν είναι στο συνταγματικό δημοψήφισμα, αν και προδικάζει ένα μέλλον γεμάτο εντάσεις, αλλά στο ότι "τώρα για τον πρόεδρο έχει επιβεβαιωθεί, κόντρα στην επιθυμία του, ημερομηνία αναχώρησης."

Η τραπεζαρία αδειάζει και ο ποιητής υπενθυμίζει τη μεσαιωνική συμβουλή: "Βάλτο με όσο λιγότερες λέξεις γίνεται." Και υποσημειώνει: "Αυτή είναι η ποίηση, έτσι;". Ναι, και η δημοσιογραφία.

JAVIER RODRIGUEZ MARCOS
EL PAIS - Ultima - 14-02-2008

Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

Από το Ημερολόγιο της Μαρίας Πολυδούρη...



3 Μαΐου

Τον αγαπώ… Τον αγαπώ καμμιά αμφιβολία πεια. Ό,τι νοιώθω σιμά του κι’ ό,τι δοκιμάζω μακρυά του το γνωρίζω για πρώτη φορά. Δεν μιλώ εν τούτοις υποφέρω και υποφέρει και κείνος αλλά έτσι πρέπει να γίνη. Πρέπει να υποφέρω να πονέσω να κλάψω για να εξιλεωθώ. Δέχτηκα κείνη τη βραδυά τη μυστική εξομολόγησί του με τόση αδιαφορία φαινομενική, θυμάμαι, που του συνέστησα γαλήνη!… Τώρα υποφέρω τρομερά… με νοιώθει άραγε;
Σήμερα στο Ζάππειο ήμουν με το Χριστόφορο - καλό μου παιδί! - και τον είδαμε να περνάη μπρος μας. Τον φώναξα στο τραπέζι μας. Έπαιζε η μουσική και η καρδιά μου έτρεμε σαν του πουλιού. Τα μάτια του. Το χαιρετισμό του! μ’ αγαπάει. Τον αγαπώ.
Για τον Πίπη; δεν μιλώ πεια γι’ αυτόν. Είνε σιμά μου, μου φέρεται σαν πατέρας, με την προτεταμένη κοιλιά του, με τα σχεδόν γκρίζα μαλλιά του - οποία παραμόρφωσις!- μου είνε συμπαθής τόσο όσο να ξεχνώ ότι άλλοτε μακρυά του μόνη όπως ήμουν τον είχα αγαπήσει - τι αυταπάτη! -
Απελπισμένε μου ποιητή θα σε αγαπήσω αράγε όσο θέλω να σ’ αγαπήσω, όσο σου πρέπει;

4 Μαΐου Μεσάνυχτα

Γύρισα απ’ τον περίπατο μόλις τώρα… τελείωσαν πεια όλα και οι δειλίες και οι φοβεροί πόνοι. Μ’ αγαπάει τον αγαπώ… Τι νυχτιά κοντά στο κύμα που έσπαε απαλά μπρος στα πόδια μας… το πυροφάνι… τ’ αστέρια… τα μάτια του πόσο πηδούν όλα αυτά μέσα στο νου μου… Χτυπάει γοργά η καρδιά μου σαν ωρολόγι, θάλεγε κανείς πως προφέρει τ’ όνομά του Τά-κη…

9 Μαΐου δείλι

Θα φύγω… θα πάω μακρυά του με την ελπίδα πως θα βρω λίγη γαλήνη στον τόπο που προσφιλείς υπάρξεις θα με συντροφεύουν. Δεν βαστώ πλέον τον πόνο που μου δίνει η παρουσία του… θα δοκιμάσω τον πόνο του χωρισμού μας για καμπόσες μέρες. Τάκη… Τάκη αγαπημένε μου! κάτι μου ψέλνει μέσα μου πως δεν θα κάνω μακρυά σου… Πονώ, υποφέρω κοντά σου κι’ όταν δεν θα νοιώθω πλέον το ικε[τε]υτικό κείνο βλέμμα σου που με ποτίζει το θάνατο, όταν δεν θ’ ακούω πλέον τα γλυκά σου λόγια που σταλάζουν ένα-ένα απ’ τα χείλη σου… όταν δεν θα προσμένω όπως πάντα να φανής σαν φως μεσ’ στο σκοτάδι που με ζώνει… πως θ’ αντεξω; Κι’ όμως πρέπει να φύγω, φοβούμαι κάθε στιγμή που διαβαίνει… Τι φοβούμαι; δεν ξέρω. Το θάρρος μου μ’ εγκατέλειψε πεια… η ψυχή μου τρέμει… το αίμα μου φεύγει - μου φαίνεται - σταγόνα-σταγόνα από το σώμα μου… Είμαι τρελλή; Τι ψέλνει όλη η φύσι έξω; Τι τραγούδι λένε τα πουλιά; δεν το αναγνωρίζω… Το κάθε τι που κυττάζω μου φαίνεται πως μικραίνει μικραίνει και τέλος χάνεται από τα μάτια μου…

12 Μαΐου Μεσάνυχτα

Δυστυχισμένη για πάντα! γιατί να το μάθω; γιατί να μη ζω καλλίτερα μέσα στο γλυκό όνειρο της αγάπης του που τόσο ανύποπτα δεχόμουν; Τάκη Τάκη! Πονεμένος όπως ήσουν, ανίκανος να βαστάξεις μόνος το βάρος του πόνου, ζήτησες κάποιον να σε βοηθήση και βρήκες μένα. Το δέχτηκα σαν ένα μπουκέτο άνθη κι’ αν δεν παραπονεθώ σε σένα πως να παραπονεθώ στη μοίρα μου; Τι λοιπόν; Εγώ είμαι το καταφύγιο της κάθε πονεμένης ψυχής… είμαι η βουβή σπηλιά που αποκρίνεται με την ηχώ στους στεναγμούς του κουρασμένου διαβάτη… αδερφή του ελέους με την κουρασμένη καρδιά; ε Τάκη;
Όταν σκέπτομαι μέσ’ στα νευρικά φιλιά που μου δίνεις πως κάποια άλλη που την έσπρωξε η μοίρα κοντά σου πριν από μένα σε δίδαξε να φιλής έτσι… και στα σφιχταγκαλιάσματά σου τ’ απελπισμένα μου φαίνεται πως ακούω τη φωνή της καρδιάς σου να μου φωνάζη - φτωχό πλάσμα! - όταν φανερά ξάστερα βλέπω μέσα στα μάτια σου τον ταξειδιάρη λογισμό σου να φεύγη σαν πουλί μακρυά μου και να μου αφήνη μόνο τα χέρια σου πλεγμένα στα δικά μου… όταν στ’ αγκάλιασμά μας κείνο που κάνει αδύνατη την ιδέα του χωρισμού… νοιώθω με μια ανατριχίλα θανάτου τη σκιά της άλλης να υψώνεται μεταξύ μας και να μας χωρίζη πως θέλεις να μην πονώ αφού αγαπώ τόσο;…
Τάκη μου λετρεμένε! άσε στην αγκαλιά μου το βάρος του πόνου σου, είμαι δυνατή… σ’ αγαπώ και θα το βαστάξω… τη θυσία που μου ζητάς να εξιλεώσω στα μάτια σου τη Γυναίκα σου την προσφέρω… Ρίχνω τη ζωή μου στα πόδια σου και συχώρεσέ με αν άνθρωπος καθώς είμαι πονώ… πονώ πολύ μπροστά σου.

15 Μαΐου Κυριακή βράδυ

Λιγώτερο πονώ από χθες βράδυ που τον άκουσα να μιλή ειρωνικά για τις υποψίες μου πως αγαπάει ακόμα την πρώτη. είπε μάλιστα μια φράσι τόσο ταπεινωτική για κείνη που μ’ έκανε να ανατριχιάσω. Σκέφτηκα: πρέπει ασφαλώς να μη την αγαπά πεια για να μιλή έτσι για κείνην άλλως θα είνε ένας πολύ κακός.
Αλλά χίλιες άλλες σκέψεις με κυκλώνουν. Οι πονεμένοι στίχοι του μαρτυρούν τον μεγάλο πόνο που έχυσε στην ψυχή του Εκείνη. Το ότι την αγάπησε πολύ είνε αναμφισβήτητο. Το ότι την αγαπάει ακόμα χωρίς να το θέλει πολύ πιθανόν. Μου είχε ειπή ότι προ 3 χρόνων είχε διακόψει σχέσεις μαζί της κι’ όμως ήρθε προ ολίγων ημερών στο Γραφείο του, την είδα να κάθεται σιμά του. (Ξέρω ακόμα ότι επρόκειτο να πάη σπίτι της που ήταν άρρωστο το παιδί της. Μου είπε μάλιστα ο ίδιος - υποπτεύομαι πολύ την αλήθεια του - πως οι δικοί του (φίλοι της αγάπης του και εν γνώσει του σκανδάλου αυτού) τον έστελναν να πάη σπίτι της να ιδή το παιδί της). Μου είπε ακόμα πως της επανέλαβε τελειωτικά πλέον και πολύ απότομα πως δεν την αγαπάει.
Εννοώ πως όλα αυτά είνε ψέμματα που τα λέει για να με πείση πως μ’ αγαπάει, δεν του έκανα όμως καμμιά νύξι για να μη τον λυπήσω.
Ξέρω πως η επίδρασι που έχει απάνω του αυτή η γυναίκα έφθασε μέχρι του σημείου να τον απορροφήση, να του αφαιρέση κάθε ζωή… να τον καταστρέψη. Την αγαπάει από παιδάκι μέχρι τώρα που λευκές τρίχες εστόλισαν το νεανικό του κεφάλι, πως λοιπόν θέλω να την ξεχάση για λίγες μέρες σχεδόν που μπήκα εγώ στη ζωή του; Είμαι ένα δροσιστικό στον πόνο του και τίποτε πλέον, έτσι μου λένε τα λόγια του… τα μάτια του… οι στίχοι του. Κάθε δάκρυ μου που πλημμυρίζει τη ραγισμένη καρδιά μου είνε ένα χάδι στο ρυτιδωμένο από τον πόνο πρόσωπό του - στο κουρασμένο του μέτωπο, τι άλλο σημάδι θέλω; μου είπε πως με λυπάται γιατί τον αγαπώ… ότι είμαι γι’ αυτόν μια παρηγοριά…
Δεν τον μισώ για όλο αυτό το ψέμα που μου χαρίζει, δεν θα τον μισήσω ποτέ! Για τις αμαρτίες μιας ιδιότροπης γυναίκας πρέπει να υπάρξη ένα θύμα και είμαι γω.
…………………………………………………………………………………………....
Μια Κυριακή ολόκληρη που δεν τον είδα. Μου είπε ότι αναγκάστηκε να πάη ή μάλλον να συνοδεύση την αδελφή του σε κάποια εκδρομή στην Πεντέλη.
Η σκέψι μου δεν έφυγε ούτε στιγμή από σιμά του. Τον ακολουθούσε στο δρόμο του, στις ομιλίες του με τη συντροφιά, στο φαγητό του… στα γέλοια του…
Κι’ ευχαριστημένη στη σκέψι αυτή, γελαστή στρέφω τα μάτια στο παράθυρο ν’ αντικρύσω τον αποσπερίτη, το αγαπημένο αστέρι που διώχνει τις σκοτεινιές της ψυχής μου σαν κρυφή ελπίδα - Με θυμάται; -

16 Μαΐου 2 μετά το μεσονύχτι

Είχε μεσολαβήσει μια μέρα που δεν ιδωθήκαμε κι’ έτσι σήμερα με τι λαχτάρα βρέθηκε ο ένας κοντά στον άλλον! τι θέρμη που έχουν τ’ ατέλειωτα φιλιά του. αρχίζω να πιστεύω πως μ’ αγαπάει. Χθες δεν επήγαν στην εκδρομή και το απόγευμα στις 6 ήλθε σπίτι μου. Εχτύπησε το κουδούνι αλλ’ όλοι έλειπαν, εγώ εκοιμώμουν, δεν κατώρθωσα να το ακούσω. Ελυπήθηκα πολύ γιατί ένοιωσε τη λύπη που ένοιωσα κι’ εγώ όλη την ημέρα μακρυά του! Έχω μόλις γυρίσει απ’ τον περίπατό μας. Το καινούργιο φεγγάρι παραμόνευε με ζηλιάρα περιέργεια τα φιλιά μας.

17 Μαΐου Μεσάνυχτα

Εγώ είμαι το θύμα! Τι να γίνη; Ζητούσα μέσα στο σκοτάδι το φως που δίνει η αγάπη, ζητούσα ν’ αγαπήσω. Γιατί ν’ αγαπήσω έναν ευτυχή που τόσα άλλα πράγματα είνε σε θέσι να του δώσουν την ευτυχία; Η αγάπη μου για γιατρικό στα χείλη σου Τάκη! Είμαι η δροσερή βρυσούλα που μάταια ζητάει να σε ποτίση τη λησμόνια. Και σε βλέπω ν’ αγωνιάς στην αγκαλιά μου ενώ τα χέρια μου άτονα, αδύναμα υψώνονται σε παράκλησι - απόδωσέ τον μου! -

18 Μαΐου Μεσάνυχτα

Ήρθε τ’ απόγευμα στο γραφείο ο αδελφή του να τον πάρη και την έδιωξε αφού λίγες στιγμές πριν είχα διώξει και γω το Χριστόφορο. Το καϋμένο το κορίτσι! ένα γλυκό πλάσμα σαν άγγελος στερήθηκε την συντροφιά του αδελφούλη της τόσο πολύ. Έφυγε μονάχο του με το γέλοιο στα χείλη. Πόσες χιλιάδες φορές θα προτιμούσα να τον στερηθώ εγώ σήμερα για χάρι της! Αλλά πάλι κείνη τον έχει πάντα μαζί της ενώ εγώ προσμένω ώρα την ώρα την ημέρα να σβήση για να βρεθώ λίγες στιγμές μαζί του που περνούν δίχως να το νοιώσω! Επήγαμε μαζί σ’ ένα καφφενεδάκι εξοχικό στα Πατήσια. Ένα κονσέρτο αρκετά καλά κατηρτισμένο έρριχνε στην ψυχή μας ένα πέπλο μελαγχολίας. Το παράπονο του ερώμενου της Τόσκας που εχυνόταν από το γλυκό βιολί έκανε τα μάτια του να πλημμυρίσουνε δάκρυα και τα χείλη του να μου ψιθυρίσουν με πόνο - πόσο σ’ αγαπώ! - Λατρεμένε μου Τάκη! και να μη σε πιστεύω ύστερα… ανίκανη να νοιώσω το θησαυρό που κλείνεις στη μεγάλη ψυχή σου. Γιατί όμως το τραγούδι κείνο “πεθαίνω απελπισμένος” θέλεις να θυμηθή ο καθένας μας όταν ο ένας πεθάνει πριν από τον άλλον; Γιατί εγώ αν πεθάνω στην αγκαλιά σου μέσα, στα χάδια της αγάπης σου να θυμηθώ τη στροφή αυτή ή εσύ πεθάνης μέσα στις ενδείξεις της άπειρης αγάπης μου να ειπής - πεθαίνω απελπισμένος: -
Πόσο σ’ αγαπώ!

19 Μαΐου

Δεν έχω καμμιά πεποίθησι στην αγάπη του όπως καθένας που αγαπάει πολύ. Σήμερα πριν ετοιμασθούμε για τον περίπατό μας επαρουσιάστηκε στο γραφείο μου. Μου φάνη πως είχε μια ψυχρότητα ακατανίκητη κι’ η καρδιά μου χτυπούσε με τρόμο. Εβγήκαμε - μου είπε ότι είχε κάποιο γράμμα κι’ επειδή ήταν επείγον ήθελε να πάμε στο ταχυδρομείο να το ρίξη. Δε μου έμενε καμμιά αμφιβολία πλέον ότι το γράμμα αυτό προοριζόταν για την άλλη. Επήγαμε και πράγματι το γράμμα ερίχτηκε στο “en ville”. Έπνιξα όλο μου τον πόνο και στον περίπατο εφάνηκα αρκετά εύθυμη, εν τούτοις μερικές στιγμές με πρόδιδαν και μου είπε - Τι είνε εκείνο που σε κάνει να πονείς τόσο πολύ; είνε ίσως κάτι που δεν πρέπει να ξέρω εγώ; - Τον εβεβαίωσα ότι κανένα πλέον μυστικό δεν είχα. ό,τι εκρυβόταν μέσα μου του το είχα ομολογήσει. Επήγαμε κοντά στο κύμα. το φεγγαράκι έπαιζε με τα κύματα που έφταναν στα πόδια μας ξεψυχισμένα… Τι ευτυχισμένες στιγμές σαν ξεχνώ και πως ξεχνώ σαν βρίσκομαι σιμά του πως η καρδιά του είναι τόσο λίγο δική μου…
Εζήτησα να αγαπήσω κι’ αγάπησα τι άλλο θέλω πλέον; όλα όσα κάνω είναι αγιασμένα από την αγάπη μου, δεν είμαι καθόλου το αδύνατο πλάσμα που ζητάει στήριγμα στην αγάπη σου, είμαι η ψυχή που υπομένει ανίκητη ένα μαρτύριο.


Λάκης Φουρουκλάς: Μια σελίδα για τη Μαρία Πολυδούρη λοιπόν!

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

Εκδηλώσεις για την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης

  • Εκδηλώσεις για την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης (Θεσσαλονίκη)

    Με ένα δίπτυχο εκδηλώσεων συμμετέχει φέτος το "Εντευκτήριο" στην Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, την Παρασκευή 20 Μαρτίου: η πρώτη είναι αφιερωμένη στον Γιάννη Ριτσο για τα 100 χρόνια από τη γέννησή του, ενώ η δεύτερη αφορά την ποιήτρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ.

  • Εκδήλωση: "Ελάτε μ' ένα ποίημα" (Θεσσαλονίκη)

    Η εκδήλωση "Ελάτε μ' ένα ποίημα" θα πραγματοποιηθεί, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης, το Σάββατο 21 Μαρτίου 2009 (ώρα 9 μμ), στο bar16 (Κανάρη 1 και Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Τερψιθέα της Σταυρούπολης, τηλ. 2310655436).

  • Εκδήλωση - αφιέρωμα στη "Δημοτική Ποίηση" (Λιβαδειά)

    Η Βιβλιοθήκη Λιβαδειάς και το 2ο Λύκειο Λιβαδειάς, σε συνεργασία με το Δημοτικό Ωδείο Λιβαδειάς. διοργανώνουν εκδήλωση–αφιέρωμα στη "Δημοτική Ποίηση", με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, το Σάββατο 21 Μαρτίου 2009 στις 8 μ.μ., στην αίθουσα εκδηλώσεων της Εστίας Μητέρας (Λιβαδειά). Την επιμέλεια της εκδήλωσης έχει η 1η Ομάδα Ανάγνωσης της Βιβλιοθήκης Λιβαδειάς.

  • Εκδηλώσεις για την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης (Ξάνθη)

    Η Φιλοπρόοδος Ένωση Ξάνθης διοργανώνει εκδηλώσεις στο Ράδιο Ξάνθη, στους δρόμους της πόλης και στο σπίτι πολιτισμού. Στο πλαίσιο αυτών, η ποιήτρια Ελίνα Μαρμαρίδου θα διαβάσει ποιήματά της, ενώ θα τη συνοδεύουν μουσικά ο Σπύρος Γκιγκόντης και η Ελένη Πετρίδου (Σάββατο 21 Μαρτίου, ώρα 19.00, στο σπίτι πολιτισμού).

  • Εκδηλώσεις για τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο (Λάρισα, Λιβαδειά)

    Με αφορμή τον Εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης και την ανακήρυξη του έτους 2009 από το Υπουργείο Πολιτισμού ως "έτος Γιάννη Ρίτσου", καθώς συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννησή του, διοργανώνονται εκδηλώσεις για τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο.

    Περισσότερα στοιχεία στα blog του βιβλιοπωλείου:
    ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΦΡΑΣΗ και ΕΝ ΛΙΒΑΔΕΙΑ

  • Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης στον ΙΑΝΟ

    Το βιβλιοπωλείο Ιανός γιορτάζει την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, με δύο εκδηλώσεις σε Αθήνα (22 Μαρτίου) και Θεσσαλονίκη (20 Μαρτίου) και προσκαλεί ανθρώπους των τεχνών και του πολιτισμού να διαβάσουν το αγαπημένο τους ποίημα.


Κυριακή 15 Μαρτίου 2009

Κρατικά Λογοτεχνικά Βραβεία 2008


Κώστας Γεωργουσόπουλος, φωτό από ΤΑ ΝΕΑ

Η τελετή απονομής των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας 2008 πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα «Παρνασσός» -από όπου είχε ξεκινήσει πριν πενήντα χρόνια ο θεσμός- παρουσία του υπουργού πολιτισμού Αντώνη Σαμαρά.

* Το μεγάλο βραβείο λογοτεχνίας, απονεμήθηκε ομόφωνα στον Κώστα Γεωργουσόπουλο για το σύνολο του έργου του (ποιητής, κριτικός θεάτρου, δοκιμιογράφος, μεταφραστής), ενώ το βραβείο περιοδικού δόθηκε εξ ημισείας στα περιοδικά «Νέα Εστία» και «Λέξη».

Ειδικότερα, ο υπουργός αναφέρθηκε στην περίπτωση της ειδικής τιμητικής διάκρισης, φέτος, σε συγγραφέα, «του οποίου το έργο κρίθηκε από όλους άξιο για βράβευση, αλλά κάποια τυπικά κωλύματα γραφειοκρατίας δεν επέτρεπαν στην Επιτροπή να τον βραβεύσει.

«Στόχος μου είναι να μη βρεθούμε ποτέ ξανά στην ανάγκη να δώσουμε "ειδικό βραβείο", αλλά οι διαδικασίες βράβευσης να μας επιτρέπουν στο εξής να βραβεύουμε κανονικά όσους το αξίζουν», τόνισε ο κ. Σαμαράς.

Ο συγγραφέας στον οποίο αναφέρθηκε ο υπουργός, είναι ο Δημήτρης Μανθόπουλος, συγγραφέας παιδικής ποίησης. Για το συγκεκριμένο συγγραφέα, ο πρόεδρος της Επιτροπής Παιδικού Βιβλίου, Μ. Μερακλής, εκτίμησε «είναι ο καλύτερος, εν ζωή, εκπρόσωπος της ελληνικής ποίησης» και πως «υπήρξε περίπτωση το βιβλίο του να βραβευτεί παμψηφεί, αλλά ο εκδότης του βιβλίου δεν κατέθεσε, ως όφειλε, αντίτυπο στην Εθνική Βιβλιοθήκη».
Κατά τα λοιπά, απονεμήθηκαν:

* Βραβείο ποίησης στην Δήμητρα Χριστοδούλου για το έργο της «Λιμός» (εκδ. Νεφέλη)

* Βραβείο διηγήματος στην Ευγενία Φακίνου για τις «Φιλοδοξίες κήπου» (εκδ. Καστανιώτης)

* Bραβείο μυθιστορήματος στο Γιώργο Λεονάρδο για το έργο του «Ο τελευταίος Παλαιολόγος» (εκδ. Λιβάνη)

* Bραβείο δοκιμίου-κριτικής στο Βαγγέλη Αθανασόπουλο για «Το ποιητικό τοπίο του 19ου και 20ου αιώνα» (εκδ. Καστανιώτης)

* Bραβείο χρονικού μαρτυρίας στο Βασίλη Τζανακάρη για τη «Δακρυσμένη Μικρασία 1919-1922:Τα χρόνια που συντάραξαν την Ελλάδα» (εκδ. Μεταίχμιο)

* Bραβείο μετάφρασης για έργο ελληνικής λογοτεχνίας σε ξένη γλώσσα στο Ντέιβιντ Κόνολι για τη μετάφραση της ποιητικής ανθολόγησης από το ποιητικό έργο του Ν. Εγγονόπουλου με τίτλο «Ωραίος σαν Έλληνας», (εκδόσεις Υ).

* Βραβείο μετάφρασης για έργο ξένης λογοτεχνίας στην ελληνική γλώσσα στη Μαρία Παπαδήμα για «Το βιβλίο της ανησυχίας» του Μπερνάρντο Σοάρες (Φερνάντο Πεσσόα), από τις εκδόσεις Εξάντας.

* Βραβείο παιδικού λογοτεχνικού βιβλίου στην Λίτσα Ψαράφτη για το βιβλίο της «Η σπηλιά της γοργόνας» (εκδόσεις Πατάκη) και στο Βασίλη Παπαθεοδώρου για το βιβλίο του «Χνώτα στο τζάμι» (εκδόσεις Κέδρος).

* Βραβείο εικονογράφησης παιδικού βιβλίου στη Μαρία Μπαχά για το βιβλίο του Χρήστου Μπουλώτη «Όταν η πασχαλίτσα συνάντησε Ελέφαντα» (εκδόσεις Λιβάνη) και στη Ζωή Κιτοπούλου για το βιβλίο της Αυγής Παπάκου «Μια φορά και εναν καιρό».

* Βραβείο βιβλίου γνώσεων για παιδιά στη Σοφία Γιαλουράκη για «Τα πορτραίτα του Φαγιόν και η μυστηριώδης μις Τζούλια» (εκδ. Ερευνητές) και στην Νένα Κοκινάκη για το βιβλίο «Πηλελόπη Δέλτα - η ζωή της σαν παραμύθι» (εκδ. Άγκυρα).


Η επιτροπή

Την Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας αποτελούν:

1) Παναγιώτης Μαστροδημήτρης, Πρόεδρος, Ομότιμος Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Παν/μίου Αθηνών, Συγγραφέας.

2) Δημήτριος Λαμπρέλης, Αντιπρόεδρος, Καθηγητής Φιλοσοφίας του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Συγγραφέας.

3) Γεώργιος Ανδρειωμένος, Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

4) Γεράσιμος Ζώρας, Καθηγητής του Τμήματος Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με αντικείμενο τη Συγκριτική Λογοτεχνία.

5) Κώστας Μπουρναζάκης, Συγγραφέας.

6) Κωνσταντίνος Ασημακόπουλος, Λογοτέχνης και Θεατρικός Συγγραφέας.

7) Κώστας Σοφιανός, Κριτικός Λογοτεχνίας, Ποιητής.

8) Χαρίκλεια Δημακοπούλου, Κριτικός Βιβλίου, Δημοσιογράφος, Διδάκτωρ Νομικής.

9) Λώρη Κέζα, Κριτικός Βιβλίου.

ΑΠΕ - ΜΠΕ

Σάββατο 7 Μαρτίου 2009

Το βλέμμα είναι του ποιητή σπόρος που πιάνει ανήμερα της ποίησης [...]Ελάτε να κάψουμε μια χούφτα ποιήματα μια καπνιά απόγνωσης...

πισώπλατο

Όταν γέρνει ο ήλιος στην πλάτη της μέρας
οι βράχοι του σκοταδιού σημαδεύουν των ανθρώπων τα κούτελα
καταφέρνοντας γόνιμα τραύματα. Είναι η σκιά του χρόνου
που έρπεται στην ασήμαντη προβολή του κόσμου
στο χώμα. Είναι το χώμα
που αναγνωρίζει το ελάχιστο χρέος που έχει απέναντι
σ' εκείνους τους τυφλούς λογάδες που ανασκουμπώνουν τα τρύπια τους χέρια
για να πλάσουν αυτά που βλέπουν. Αυτά που βλέπουν είναι τα
σύννεφα, τα ταμπουρωμένα στις πλάτες τους που αμολούν λογισμούς φευγαλέους
στις ράχες της θάλασσας. Αυτής που 'χω κι εγώ κι όλοι. Είναι λογισμοί που σώοι
κι ανασφαλείς ξεγλιστρούν απ' το παράθυρο μιας πληγής
σε φευγιό παπορίσιο. Είναι το παπόρι αυτό που δεν το 'δα
ούτε 'γω ούτε κανείς κι είναι
οι βόγκοι των ποιητών που μου μοιάζουν με το σφύριγμά του.

*****

Ελάτε να κάψουμε μια χούφτα ποιήματα
μια καπνιά απόγνωσης θα παρέμβει στις αλλεπάλληλες εισπνοές
της υποκρισίας μας Ας ψαχτούμε λίγο καλύτερα
εγώ βρήκα πρόχειρα στην τσέπη μου δυο
κουρελιασμένα επιφωνήματα που είχα φυσήξει πάνω τους
τη μισή οργή μου
η άλλη μισή πνίγηκε στα ρουθούνια μου
στη ματαιωμένη μου εκπνοή της ειλικρίνειας.
Δε λέω, θα είμαστε κάπως πιο πειστικά δακρυσμένοι
από την κάπνα, μα
και κάπως πιο πειστικά κοντινοί σ' αυτό που θα θέλαμε
να είμαστε.

Εδώ που τα λέμε,
αν δεν είχε μείνει τίποτα στα ρουθούνια μας, δύσκολα
θα έπαιρναν τα ποιήματα φωτιά.

******

ταξιδευτής

Τον ταξιδιώτη που 'σκαβε για χρόνια το κορμί μου
θα τον καθίσω στο σκαμνί στο τζάκι μου μπροστά
ζεστό καρβέλι και κρασί να μοιραστεί μαζί μου
κι οι χάρτες του να ποτιστούν με ζέστη και καπνιά.

Στερνή φορά του θα μας πει για τόπους που αλαργέψαν
για κύματα που έπνιξαν πατρίδα και στεριά
για την καυτή ανάσα του που αραπίνες κλέψαν
και πώς αυτές του έδωσαν στα σκέλια του χαρά.

Της όψης του τις βρώμικες πληγές για να ξεπλύνει
το λαβομάνο του 'φερα με λησμονιάς νερό
μα είναι οι νύχτες που 'ρχονται τα μάτια του όταν κλείνει
που πιο βαθιά σκαλίζουνε στου ονείρου το χορό.

Στρωσίδια δε μου γύρεψε μήτε λευκά σεντόνια
μοναχά που ζητάει μου μιας κόρης το φιλί
της ίδιας που αγαπήσαμε κι οι δυο μαζί για χρόνια
το πιο μακρύ ταξίδι του στα μάτια της να βρει.

Ο ταξιδιώτης που 'λαχε να τρέφει τα όνειρά μου
με τόπους τάχα αλαργινούς - σημάδια σε χαρτί,
στ' αποψινό το μπάρκο του θρονιάστηκε σιμά μου
γιατί με βρήκε πιο τρανό, απ' αυτόν, ταξιδευτή...

*****

ανήμερα

Ανήμερα της σιωπής
πρώτα συλλαμβάνω το τραγούδι του λυκαυγούς
Το μοιρολόι το εσπερινό της απόγειας αύρας έπειτα
Αυτό είναι η νύχτα.
Η γυμνή μέρα είναι που κλαίει τη ματωμένη της εφηβεία
Έρχονται τα παγωμένα κύματα από τ' ανοιχτά
γλύφουν της τα πόδια
απλώνουν το χέρι, αγγίζουν της το γόνα
ικεσία ιδιοτελής για την θερμή στυφή ανάσα της
την ανθρώπινα κρίματα μεταφέρουσα ανήμερα του σκότους.

Ανήμερα της σιωπής
προσποιούμαι πως παρακούω και υπακούω
παρανοϊκές εντολές κουρδισμένου σηματοδότη. Μα δεν ακούει κανείς;
Αυτό είναι ο ήχος.
Το γυμνό τρένο είναι που κροταλίζει τα δόντια του
στις σίγουρες ράγες ενός προαναγγελθέντος θανάτου. Μα δεν ακούει κανείς;
Αιματοβαμμένο δειλινό ο μηχανοδηγός
δεν βλέπω καλά
για κασκέτο το φεγγάρι στραβοφορεμένο στη χάση
ή μαραμένος ιβίσκος με την δικαίωση να χάσκει στον ύπερο.
Αυτό είναι το δίκιο.
Το βλέμμα είναι του ποιητή σπόρος που πιάνει
ανήμερα της ποίησης.

*****

ερωτήσεις στο πρόχειρο τετράδιο

ποιου θεού παρακλάδι κεντρώνει την ποίηση που
φύεται μέσα μου

ποιου καρπού η γλυκάδα πριμοδοτεί με εκκρίσεις των σιελογόνων αδένων
τα ένρινα σύμφωνα της αντίρρησης

ποιος ανεπαίσθητος βρογχικός συριγμός μπορεί να διαδηλώσει
για το κλεμμένο οξυγόνο

πόσες υποταγμένες ανατριχίλες αφήνουν σημάδια στο δέρμα
και πόσες στη φόδρα του σακακιού

σε πόσα μαξιλάρια μπορεί να χωρέσει η αλήθεια των ύπνων
μου

ποια πληγή ματώνει τα ζουμερά του έρωτα πορτοκάλια

ποιος θα βάλει ερωτηματικά

Δημοσθένης Μιχαλακόπουλος:
Ο δικός μας αλαφροΐσκιωτος! Των ιστολογίων. Τον παρακολουθώ εδώ και δυο χρόνια και πραγματικά τον θαυμάζω και τον καμαρώνω πάντα. Ένας ποιητής τόσο νέος στην ηλικία και με τόσο ταλέντο που νιώθεις δέος. Τελικά ο ποιητής γεννιέται. Ή τό 'χεις ή δεν τό 'χεις. Το ντουέντε που τόσοι ψάχνουν και που τόσο περισσεύει σε κάποιους νέους, όπως ο Δημοσθένης, ευτυχώς για μας και για την ποίηση!